προηγούμενη περιεχόμενα επόμενη

ΠΡΑΞΙΣ ΠΕΜΠΤΗ

ΣΚΗΝΗ Α'

(Ο Αστυνόμος μόνος εις το κατάστημα, ακουμβισμένος εις την τράπεζαν του γραφείου του)

ΑΣΤ. (Καθ' εαυτόν) Ύστερα απέ ούλες ετούτες τσι εζάμινες που έκαμα, δεν έβγανα τίποτσι... Οι μπιστεμένοι μου στρατιώτες μού πιάσανε το Λιάπη... αυτοί είναι διαόλλου κάρτσες. Τώρα τσι έχω ούλους τσι διαόλλους α ρέστο.... ιν τάντο πρέπει να κάμω τ' άττα μου και τα ραπόρτα μου στη Διοίκησι, και να μη μορογάρω...· αυτά τα οφφίτσια, αυτές τσι σκοτούρες έχουνε, και για μικρά πράματα ξεπέφτει τ' ονόρ τ' αθρώπου... Πού ν' άν' ο γραμματικός μου; (φωνάζει) Γραμματικέ!!! (καθ' εαυτόν) Κι άμα δα ξέρω κι αυτός ο διάολλος πού προβατεί; τι κακό είναι να μη ξέρη κανείς να γράφη μοναχός του... Και τι να γράψω, που το τσερβέλλο μου είναι ούλο σαν κλούβιο αυγό απέ τσι εζάμινες, απέ τσι φωνές, κι απέ τόσους διαόλλους, που δεν μπόρεσα να βγάνω τίποτσι, κι αν έκαμα τούττο ιλ ποσίμπιλε να μάθω αν ήτανε κάζο πενσάτο... Ο ένας μου μίλλαγιε τούρκικα, άλλος ελληνικά, ο άλλος μ' ούλεγε γίδες και ταρνανάδες κι αλεπούδες, κι ο άλλος τσι σολομονικές του...· και δα τσι θυμούμαι ούλους;... κι απού μέσα απ' όνα λαβύριντο τέτοιο, τι διάολλο να μπορέση να περσουαδεριστή κανείς, που δεν καταλαβαίνει πρώτ' απ' ούλα τσι γλώσσες τους... Ας μη μορογάρω ντούνκε όσο έχω τη γκάουζα στο νου μου, μπα και μου φύγη καμμιά σέργια οσερβατσιόνε· κι άμα ξέρω πού να τρέχη κι αυτός ο κανάγιας ο Γραμματικός μου; (φωνάζει) Γραμματικέ!!!....· (καθ' εαυτόν) ξαφνικό να σ' ούρτη...· μπιλλιάρδο θα παίζη ο μπιρμπάντες σε καμμιά καφεταρία ή θ' άναι σε καμμιά απ' εκειές τσι παστρικές τσι κονβερσατσιόνες.