Ἀριστοτέλους

Περὶ Ψυχῆς

Μετάφραση-Σχόλια: Παύλου Γρατσιάτου

ΒΙΒΛΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ, ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ'
Περί του θρεπτικού. Προ της θρεπτικής δυνάμεως ανάγκη πρότερον να εξετασθή η τροφή. Γενική θεωρία περί θρέψεως. Η γέννησις του ομοίου και η διαιώνισις του είδους τελική αιτία αυτής. Αναίρεσις δόξης Εμπεδοκλέους και των λεγόντων ότι το πυρ είναι αιτία της θρέψεως. Η θρέψις είναι ενέργεια εναντίου επί του εναντίου, άμα δε και ομοίου επί του ομοίου. Όρος της πέψεως η θερμότης. Θρεπτική και γεννητική ψυχή μία.

415a13

   Ἀναγκαῖον δὲ τὸν μέλλοντα περὶ τούτων σκέψιν ποιεῖσθαι λαβεῖν ἕκαστον αὐτῶν τί ἐστιν, εἶθ' οὕτως περὶ τῶν ἐχομένων καὶ περὶ τῶν ἄλλων ἐπιζητεῖν. εἰ δὲ χρὴ λέγειν τί ἕκαστον αὐτῶν, οἷον τί τὸ νοητικὸν ἢ τὸ αἰσθητικὸν ἢ τὸ θρεπτικόν, πρότερον ἔτι λεκτέον τί τὸ νοεῖν καὶ τί τὸ αἰσθάνεσθαι· πρότεραι γάρ εἰσι τῶν δυνάμεων αἱ ἐνέργειαι καὶ αἱ πράξεις κατὰ τὸν λόγον. εἰ δ' οὕτως, τούτων δ' ἔτι πρότερα τὰ ἀντικείμενα δεῖ τεθεωρηκέναι, περὶ ἐκείνων πρῶτον ἂν δέοι διορίσαι διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν, οἷον περὶ τροφῆς καὶ αἰσθητοῦ καὶ νοητοῦ.

1. [σ. 62] Αναγκαίον είναι ο θέλων να μελετήση περί των δυνάμεων τούτων να εξετάση τί είναι εκάστη αυτών, έπειτα δε ομοίως να επιζητήση τα συνεχόμενα μετ' αυτών (τας ιδιότητας εκάστης) και τα λοιπά. Και αν πρέπη να ορίση τί είναι εκάστη αυτών, ήτοι τί είναι το νοητικόν, ή τί το αισθητικόν ή τί το θρεπτικόν, πρέπει πρότερον να ορίση τί είναι το νοείν και τί το αισθάνεσθαι, διότι λογικώς αι ενέργειαι και αι πράξεις των δυνάμεων είναι πρότεραι και σαφέστεραι των δυνάμεων. (1) Και εάν τούτο αληθεύη, και αν ακόμη πρότερον των ενεργειών πρέπει να μελετήσωμεν τα αντικείμενα αυτών, ανάγκη διά την αυτήν αιτίαν να προσδιορίσωμεν πρώτον τα αντικείμενα ταύτα, ήτοι την τροφήν, το αισθητόν και το νοητόν.

 

ὥστε πρῶτον περὶ τροφῆς καὶ γεννήσεως λεκτέον· ἡ γὰρ θρεπτικὴ ψυχὴ καὶ τοῖς ἄλλοις ὑπάρχει, καὶ πρώτη καὶ κοινοτάτη δύναμίς ἐστι ψυχῆς, καθ' ἣν ὑπάρχει τὸ ζῆν ἅπασιν. ἧς ἐστὶν ἔργα γεννῆσαι καὶ τροφῇ χρῆσθαι· φυσικώτατον γὰρ τῶν ἔργων τοῖς ζῶσιν, ὅσα τέλεια καὶ μὴ πηρώματα ἢ τὴν γένεσιν αὐτομάτην ἔχει, τὸ ποιῆσαι ἕτερον οἷον αὐτό, ζῷον μὲν ζῷον, φυτὸν δὲ φυτόν, ἵνα τοῦ ἀεὶ καὶ τοῦ θείου μετέχωσιν ᾗ δύναν-

2. Ώστε πρέπει πρώτον να ομιλήσωμεν περί θρέψεως και γεννήσεως, διότι η θρεπτική δύναμις και εις πάντα τα ζώντα υπάρχει και είναι η πρώτη και κοινοτάτη της ψυχής δύναμις, δι' ης η ζωή υπάρχει εις πάντα τα ζώντα. Έργον αυτής είναι να μεταχειρίζηται την τροφήν (να τρέφη) και να γεννά· διότι το φυσικώτερον [σ. 63] έργον των εχόντων ζωήν, τα οποία δεν είναι ατελή, μήτε γεννώνται αυτομάτως, είναι να κάμνωσιν άλλο ον όμοιον με αυτά, ήτοι το ζώον να γεννά ζώον, το φυτόν δε φυτόν, διά να μετέχωσι του αιωνίου και του θείου καθ' όσον δύνανται.

415b

ται· πάντα γὰρ ἐκείνου ὀρέγεται, καὶ ἐκείνου ἕνεκα πράττει ὅσα πράττει κατὰ φύσιν (τὸ δ' οὗ ἕνεκα διττόν, τὸ μὲν οὗ, τὸ δὲ ᾧ). ἐπεὶ οὖν κοινωνεῖν ἀδυνατεῖ τοῦ ἀεὶ καὶ τοῦ θείου τῇ συνεχείᾳ, διὰ τὸ μηδὲν ἐνδέχεσθαι τῶν φθαρτῶν ταὐτὸ καὶ ἓν ἀριθμῷ διαμένειν, ᾗ δύναται μετέχειν ἕκαστον, κοινωνεῖ ταύτῃ, τὸ μὲν μᾶλλον τὸ δ' ἧττον, καὶ διαμένει οὐκ αὐτὸ ἀλλ' οἷον αὐτό, ἀριθμῷ μὲν οὐχ ἕν, εἴδει δ' ἕν.

Διότι πάντα επιθυμούσι τούτο, και ένεκα τούτου πράττουσιν, όσα πράττουσι κατά φύσιν. Το δε ου ένεκα, η τελική αιτία είναι διττή, αφ' ενός μεν αυτά το αίτιον ή ο σκοπός και αφ' ετέρου εκείνο εν ώ πραγματοποιείται ο σκοπός (2). Επειδή λοιπόν τα άτομα δεν δύνανται να μετέχωσι του αιωνίου και του θείου διά της ιδίας αυτών συνεχούς υπάρξεως, διότι ουδέν εκ των φθαρτών δύναται να διαμένη το αυτό (αναλλοίωτον), έν αριθμητικώς, διά τούτο έκαστον μετέχει του θείου ούτως, όπως δύναται, άλλο περισσότερον και άλλο ολιγώτερον και δεν διαμένει μεν αυτό το ίδιον, αλλά το όμοιον με αυτό, ουχί έν αριθμητικώς, αλλ' έν κατ' είδος (3).

 

   ἔστι δὲ ἡ ψυχὴ τοῦ ζῶντος σώματος αἰτία καὶ ἀρχή. ταῦτα δὲ πολλαχῶς λέγεται, ὁμοίως δ' ἡ ψυχὴ κατὰ τοὺς διωρισμένους τρόπους τρεῖς αἰτία· καὶ γὰρ ὅθεν ἡ κίνησις καὶ οὗ ἕνεκα καὶ ὡς ἡ οὐσία τῶν ἐμψύχων σωμάτων ἡ ψυχὴ αἰτία.

3. Είναι δε η ψυχή αιτία και αρχή του ζώντος σώματος. Αιτία όμως και αρχή λέγονται κατά πολλάς σημασίας. Η δε ψυχή συμφώνως προς ταύτας είναι αιτία κατά τρεις προσδιωρισμένους τρόπους (4). Διότι και ως αιτία κινητική, και ως αιτία τελική, και ως ουσία των εμψύχων σωμάτων είναι αιτία η ψυχή.

 

ὅτι μὲν οὖν ὡς οὐσία, δῆλον· τὸ γὰρ αἴτιον τοῦ εἶναι πᾶσιν ἡ οὐσία, τὸ δὲ ζῆν τοῖς ζῶσι τὸ εἶναί ἐστιν, αἰτία δὲ καὶ ἀρχὴ τούτου ἡ ψυχή. ἔτι τοῦ δυνάμει ὄντος λόγος ἡ ἐντελέχεια.

4. Ότι μεν η ψυχή είναι αιτία ως ουσία, είναι φανερόν διότι το αίτιον της υπάρξεως πάντων είναι η ουσία, η ζωή δε είναι η ύπαρξις των ζώντων, αιτία δε και αρχή της ζωής είναι η ψυχή. Προσέτι η εντελέχεια είναι ο λόγος (η σημασία) του εν δυνάμει όντος.

 

φανερὸν δ' ὡς καὶ οὗ ἕνεκεν ἡ ψυχὴ αἰτία· ὥσπερ γὰρ ὁ νοῦς ἕνεκά του ποιεῖ, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἡ φύσις, καὶ τοῦτ' ἔστιν αὐτῆς τέλος. τοιοῦτον δ' ἐν τοῖς ζῴοις ἡ ψυχὴ κατὰ φύσιν· πάντα γὰρ τὰ φυσικὰ σώματα τῆς ψυχῆς ὄργανα, καθάπερ τὰ τῶν ζῴων, οὕτω καὶ τὰ τῶν φυτῶν, ὡς ἕνεκα τῆς ψυχῆς ὄντα· διττῶς δὲ τὸ οὗ ἕνεκα, τό τε οὗ καὶ τὸ ᾧ.

5. Φανερόν δ' είναι ότι η ψυχή είναι και τελικόν αίτιον, διότι καθώς ο νους ενεργεί πρός τινα σκοπόν, κατά τον αυτόν τρόπον ενεργεί και η φύσις, και τούτο είναι το τέλος, το οποίον αύτη επιδιώκει [σ. 64]. Τοιούτος δε σκοπός ή τέλος εν τοις ζώοις είναι η ψυχή και τούτο δια την φύσιν αυτής, διότι πάντα τα φυσικά σώματα είναι όργανα της ψυχής· και όπως όργανα αυτής είναι τα των ζώων, ούτως είναι και τα των φυτών, διότι υπάρχουσι πάντα ένεκα της ψυχής· είναι δε διττόν το ου ένεκα (η τελική αιτία), ήτοι αυτός ο σκοπός και εκείνο εν τω οποίω και διά το οποίον ενεργείται ο σκοπός.

 

ἀλλὰ μὴν καὶ ὅθεν πρῶτον ἡ κατὰ τόπον κίνησις, ψυχή· οὐ πᾶσι δ' ὑπάρχει τοῖς ζῶσιν ἡ δύναμις αὕτη. ἔστι δὲ καὶ ἀλλοίωσις καὶ αὔξησις κατὰ ψυχήν· ἡ μὲν γὰρ αἴσθησις ἀλλοίωσίς τις εἶναι δοκεῖ, αἰσθάνεται δ' οὐθὲν ὃ μὴ μετέχει ψυχῆς, ὁμοίως δὲ καὶ περὶ αὐξήσεώς τε καὶ φθίσεως ἔχει· οὐδὲν γὰρ φθίνει οὐδ' αὔξεται φυσικῶς μὴ τρεφόμενον, τρέφεται δ' οὐθὲν ὃ μὴ κοινωνεῖ ζωῆς.

6. Αλλά προσέτι και η δύναμις όθεν έρχεται η κατά τόπον κίνησις είναι η ψυχή· δεν υπάρχει όμως εις πάντα τα ζώντα η δύναμις αύτη της κινήσεως (λ. χ. εις τα φυτά, τα όστρεα κλπ.). Και η αλλοίωσις δε και η αύξησις προέρχονται εκ της ψυχής· διότι η μεν αίσθησις φαίνεται ότι είναι μεταβολή τις, ουδέν δε αισθάνεται, όπερ δεν έχει ψυχήν. Ομοίως δε είναι αιτία αυξήσεως και φθίσεως· διότι ουδέν φθίνει ουδέ αυξάνεται φυσικώς, εάν δεν τρέφηται, αλλά ουδέν τρέφεται, εάν δεν μετέχη ζωής.

416a

         Ἐμπεδοκλῆς δ' οὐ καλῶς εἴρηκε τοῦτο προστιθείς, τὴν αὔξησιν συμβαίνειν τοῖς φυτοῖς κάτω μὲν συρριζουμένοις διὰ

7. Ο Εμπεδοκλής όμως δεν εξήγησεν ορθώς την αιτίαν της αυξήσεως,

 

τὸ τὴν γῆν οὕτω φέρεσθαι κατὰ φύσιν, ἄνω δὲ διὰ τὸ <τὸ> πῦρ ὡσαύτως. οὔτε γὰρ τὸ ἄνω καὶ κάτω καλῶς λαμβάνει (οὐ γὰρ ταὐτὸ πᾶσι τὸ ἄνω καὶ κάτω καὶ τῷ παντί, ἀλλ' ὡς ἡ κεφαλὴ τῶν ζῴων, οὕτως αἱ ῥίζαι τῶν φυτῶν, εἰ χρὴ τὰ ὄργανα λέγειν ἕτερα καὶ ταὐτὰ τοῖς ἔργοις) πρὸς δὲ τούτοις τί τὸ συνέχον εἰς τἀναντία φερόμενα τὸ πῦρ καὶ τὴν γῆν; διασπασθήσεται γάρ, εἰ μή τι ἔσται τὸ κωλύον· εἰ δ' ἔσται, τοῦτ' ἔστιν ἡ ψυχή, καὶ τὸ αἴτιον τοῦ αὐ- ξάνεσθαι καὶ τρέφεσθαι.

ισχυριζόμενος ότι η αύξησις συμβαίνει εις τα φυτά, διότι κάτω μεν βάλλουσι τας ρίζας, επειδή προς τοιαύτην διεύθυνσιν φέρεται φυσικώς η γη, προς τα άνω δε αυξάνονται (διά των κλάδων), διότι ούτω διευθύνεται και το πυρ. Αλλά ούτε το άνω ούτε το κάτω λαμβάνει ορθώς. Διότι το άνω και το κάτω δεν είναι τα αυτά προς πάντα τα όντα ούτε εις όλα τα μέρη του παντός. Αλλ' ό,τι είναι η κεφαλή εις τα ζώα, τούτο είναι αι ρίζαι εις τα φυτά, εάν πρέπη να διακρίνωμεν και να ταυτίζωμεν τα όργανα διά των ενεργειών των (5). Προς τούτοις τί είναι εκείνο όπερ συνέχει το πυρ και την γην, τα οποία φέρονται κατ' εναντίας διευθύνσεις; Διότι βεβαίως θα αποχωρισθώσιν, εάν ουδέν υπάρχη, ίνα εμποδίση (τον χωρισμόν); αλλά, εάν υπάρχη το τοιούτον [σ. 65], η ψυχή είναι τούτο και το αίτιον της αυξήσεως και της θρέψεως (ουχί τα στοιχεία).

 

δοκεῖ δέ τισιν ἡ τοῦ πυρὸς φύσις ἁπλῶς αἰτία τῆς τροφῆς καὶ τῆς αὐξήσεως εἶναι· καὶ γὰρ αὐτὸ φαίνεται μόνον τῶν σωμάτων [ἢ τῶν στοιχείων] τρεφόμενον καὶ αὐξόμενον, διὸ καὶ ἐν τοῖς φυτοῖς καὶ ἐν τοῖς ζῴοις ὑπολάβοι τις ἂν τοῦτο εἶναι τὸ ἐργαζόμενον. τὸ δὲ συναίτιον μέν πώς ἐστιν, οὐ μὴν ἁπλῶς γε αἴτιον, ἀλλὰ μᾶλλον ἡ ψυχή· ἡ μὲν γὰρ τοῦ πυρὸς αὔξησις εἰς ἄπειρον, ἕως ἂν ᾖ τὸ καυστόν, τῶν δὲ φύσει συνισταμένων πάντων ἔστι πέρας καὶ λόγος μεγέθους τε καὶ αὐξήσεως· ταῦτα δὲ ψυχῆς, ἀλλ' οὐ πυρός, καὶ λόγου μᾶλλον ἢ ὕλης.

8. Πιστεύουσί τινες ότι η φύσις του πυρός είναι η απόλυτος αιτία της τροφής και της αυξήσεως· διότι μόνον το πυρ εξ όλων των σωμάτων ή των στοιχείων φαίνεται ότι τρέφεται και αυξάνεται· διό ηδύνατό τις να νομίση, ότι και εις τα φυτά και εις τα ζώα τούτο είναι όπερ παράγει αύξησιν και θρέψιν. Αλλά το πυρ είναι μεν συναίτιον (6), ουχί όμως το μόνον αίτιον τούτων, αλλά μάλλον η ψυχή είναι το καθ' αυτό αίτιον. Διότι η μεν αύξησις του πυρός προχωρεί επ' άπειρον, εφ' όσον υπάρχει καύσιμος ύλη, ενώ εις πάντα τα υπό της φύσεως γινόμενα όντα υπάρχει πέρας κατ' αναλογίαν του μεγέθους και της αυξήσεως αυτών· ταύτα δε, όριον και αναλογία, είναι ίδια προσόντα της ψυχής και ουχί του πυρός, και μάλλον του λόγου ή της ύλης.

 

   ἐπεὶ δ' ἡ αὐτὴ δύναμις τῆς ψυχῆς θρεπτικὴ καὶ γεννητική, περὶ τροφῆς ἀναγκαῖον διωρίσθαι πρῶτον· ἀφορίζεται γὰρ πρὸς τὰς ἄλλας δυνάμεις τῷ ἔργῳ τούτῳ. δοκεῖ δ' εἶναι ἡ τροφὴ τὸ ἐναντίον τῷ ἐναντίῳ, οὐ πᾶν δὲ παντί, ἀλλ' ὅσα τῶν ἐναντίων μὴ μόνον γένεσιν ἐξ ἀλλήλων ἔχουσιν ἀλλὰ καὶ αὔξησιν· γίνεται γὰρ πολλὰ ἐξ ἀλλήλων, ἀλλ' οὐ πάντα ποσά, οἷον ὑγιὲς ἐκ κάμνοντος. φαίνεται δ' οὐδ' ἐκεῖνα τὸν αὐτὸν τρόπον ἀλλήλοις εἶναι τροφή, ἀλλὰ τὸ μὲν ὕδωρ τῷ πυρὶ τροφή, τὸ δὲ πῦρ οὐ τρέφει τὸ ὕδωρ. ἐν μὲν οὖν τοῖς ἁπλοῖς σώμασι ταῦτ' εἶναι δοκεῖ μάλιστα τὸ μὲν τροφὴ τὸ δὲ τρεφόμενον.

9. Επειδή δε η αυτή δύναμις της ψυχής είναι θρεπτική άμα και γεννητική, αναγκαίον να ομιλήσωμεν πρώτον περί θρέψεως· διότι διά της ενεργείας ταύτης διακρίνεται αύτη από των άλλων δυνάμεων της ψυχής. Νομίζεται, ότι η τροφή είναι εναντίον ενεργούν επί εναντίου, δεν είναι όμως οιονδήποτε εναντίον ενεργούν επί του τυχόντος εναντίου, αλλ' είναι εκ των εναντίων όσα όχι μόνον γεννώνται εξ αλλήλων, αλλά και αυξάνονται το έv διά του άλλου. Διότι γίνονται πολλά εξ αλλήλων, αλλά δεν, είναι πάντα ποσά (δεχόμενα αύξησιν), λ. χ. το υγιές γίνεται εξ ασθενούς (και ανάπαλιν) (7). Όμως δεν φαίνονται ότι είναι κατά τον αυτόν τρόπον τροφή προς άλληλα, αλλά το μεν ύδωρ (8) είναι τροφή εις το πυρ, το πυρ όμως δεν τρέφει το ύδωρ. Εις τα απλά λοιπόν σώματα φαίνεται ότι ταύτα είναι ιδία τα δύο αντίθετα, το μεν η τροφή, το άλλο δε το τρεφόμενον. [σ. 66]

 

ἀπορίαν δ' ἔχει· φασὶ γὰρ οἱ μὲν τὸ ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ τρέφεσθαι, καθάπερ καὶ αὐξάνεσθαι, τοῖς δ' ὥσπερ εἴπομεν τοὔμπαλιν δοκεῖ, τὸ ἐναντίον τῷ ἐναντίῳ, ὡς ἀπαθοῦς ὄντος τοῦ ὁμοίου ὑπὸ τοῦ ὁμοίου, τὴν δὲ τροφὴν δεῖν μεταβάλλειν καὶ πέττεσθαι· ἡ δὲ μεταβολὴ πᾶσιν εἰς τὸ ἀντικείμενον ἢ τὸ μεταξύ. ἔτι πάσχει τι ἡ τροφὴ ὑπὸ τοῦ τρεφομένου, ἀλλ' οὐ τοῦτο ὑπὸ τῆς

 

416b

τροφῆς, ὥσπερ οὐδ' ὁ τέκτων ὑπὸ τῆς ὕλης, ἀλλ' ὑπ' ἐκεί- νου αὕτη· ὁ δὲ τέκτων μεταβάλλει μόνον εἰς ἐνέργειαν ἐξ ἀργίας. πότερον δ' ἐστὶν ἡ τροφὴ τὸ τελευταῖον προσγινόμενον ἢ τὸ πρῶτον, ἔχει διαφοράν. εἰ δ' ἄμφω, ἀλλ' ἡ μὲν ἄπεπτος ἡ δὲ πεπεμμένη, ἀμφοτέρως ἂν ἐνδέχοιτο τὴν τροφὴν λέγειν· ᾗ μὲν γὰρ ἄπεπτος, τὸ ἐναντίον τῷ ἐναντίῳ τρέφεται, ᾗ δὲ πεπεμμένη, τὸ ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ. ὥστε φανερὸν ὅτι λέγουσί τινα τρόπον ἀμφότεροι καὶ ὀρθῶς καὶ οὐκ ὀρθῶς.

 

416b9

   ἐπεὶ δ' οὐθὲν τρέφεται μὴ μετέχον ζωῆς, τὸ ἔμψυχον ἂν εἴη σῶμα τὸ τρεφόμενον, ᾗ ἔμψυχον, ὥστε καὶ ἡ τροφὴ πρὸς ἔμψυχόν ἐστι, καὶ οὐ κατὰ συμβεβηκός.

 

 

ἔστι δ' ἕτερον τροφῇ καὶ αὐξητικῷ εἶναι· ᾗ μὲν γὰρ ποσόν τι τὸ ἔμψυχον, αὐξητικόν, ᾗ δὲ τόδε τι καὶ οὐσία, τροφή (σώζει γὰρ τὴν οὐσίαν, καὶ μέχρι τούτου ἔστιν ἕως ἂν τρέφηται), καὶ γενέσεως ποιητικόν, οὐ τοῦ τρεφομένου, ἀλλ' οἷον τὸ τρεφόμενον· ἤδη γὰρ ἔστιν αὐτοῦ ἡ οὐσία, γεννᾷ δ' οὐθὲν αὐτὸ ἑαυτό, ἀλλὰ σώζει. ὥσθ' ἡ μὲν τοιαύτη τῆς ψυχῆς ἀρχὴ δύναμίς ἐστιν οἵα σώζειν τὸ ἔχον αὐτὴν ᾗ τοιοῦτον, ἡ δὲ τροφὴ παρασκευάζει ἐνεργεῖν· διὸ στερηθὲν τροφῆς οὐ δύναται εἶναι.

13. Είναι δε άλλο το θρεπτικόν και άλλο το αυξητικόν διότι καθ' όσον είναι ποσόν τι το έμψυχον αυξάνεται, καθ' όσον δε είναι σώμα ωρισμένον και ουσία τρέφεται, και ούτω η τροφή διαφυλάττει την ουσίαν, διατηρείται δ' αύτη και υπάρχει εφ' όσον χρόνον τρέφεται. (11) Το θρεπτικόν δε γίνεται και αιτία γεννήσεως, δεν γεννάται όμως το τρεφόμενον, αλλά ον όμοιον με το τρεφόμενον, διότι τούτο υπάρχει ήδη, και ουδέν ον γεννά αυτό εαυτό, αλλά διατηρεί εαυτό. Ώστε η τοιαύτη αρχή (το θρεπτικόν) της ψυχής είναι δύναμις ικανή να συντηρή το ον το κατέχον αυτήν, καθ' όσον κατέχει αυτήν, διότι η τροφή παρασκευάζει αυτό προς ενέργειαν, και διά τούτο άμα στερηθή τροφής δεν δύναται πλέον να υπάρχη.

 

[ἐπεὶ δ' ἔστι τρία, τὸ τρεφόμενον καὶ ᾧ τρέφεται καὶ τὸ τρέφον, τὸ μὲν τρέφον ἐστὶν ἡ πρώτη ψυχή, τὸ δὲ τρεφόμενον τὸ ἔχον ταύτην σῶμα, ᾧ δὲ τρέφεται, ἡ τροφή.] ἐπεὶ δὲ ἀπὸ τοῦ τέλους ἅπαντα προσαγορεύειν δίκαιον, τέλος δὲ τὸ γεννῆσαι οἷον αὐτό, εἴη ἂν ἡ πρώτη ψυχὴ γεννητικὴ οἷον αὐτό.

13. Επειδή δε τρία πράγματα υπάρχουσιν εδώ, το τρεφόμενον, το δι' ου τρέφεται, και το τρέφον αυτό (12), εκ τούτων το μεν τρέφον είναι αυτή η πρώτη (στοιχειώδης) ψυχή (η θρεπτική), το δε τρεφόμενον είναι το σώμα, το οποίον έχει αυτήν, εκείνο δε, δι' ου τρέφεται, είναι η τροφή. Επειδή δε δίκαιον είναι να ονομάζωνται τα πράγματα πάντα εκ του τέλους και του σκοπού αυτών, τέλος δε ενταύθα είναι να γεννήση όμοιόν του το έμψυχον, διό πρώτη ψυχή δύναται να λέγηται η γεννητική του ομοίου (13).

 

<ἐπεὶ δ' ἔστι τρία,

 

416b25Α

τὸ τρεφόμενον καὶ ᾧ τρέφεται καὶ τὸ τρέφον, τὸ μὲν τρέφον ἐστὶν ἡ πρώτη ψυχή, τὸ δὲ τρεφόμενον τὸ ἔχον ταύτην σῶμα, ᾧ δὲ τρέφεται, ἡ τροφή.>

 

 

ἔστι δὲ ᾧ τρέ-

14. Το δε μέσον, δι' ου τρέφεται το

416b26

φει διττόν, ὥσπερ καὶ ᾧ κυβερνᾷ καὶ ἡ χεὶρ καὶ τὸ πηδά- λιον, τὸ μὲν κινοῦν καὶ κινούμενον, τὸ δὲ κινούμενον μόνον. πᾶσαν δ' ἀναγκαῖον τροφὴν δύνασθαι πέττεσθαι, ἐργάζεται δὲ τὴν πέψιν τὸ θερμόν· διὸ πᾶν ἔμψυχον ἔχει θερμότητα. τύπῳ μὲν οὖν ἡ τροφὴ τί ἐστιν εἴρηται· διασαφητέον δ' ἐστὶν ὕστερον περὶ αὐτῆς ἐν τοῖς οἰκείοις λόγοις.

τρεφόμενον, είναι διττόν, όπως διά δύο τινών κυβερνάται και το πλοίον, τα οποία είναι η χειρ και το πηδάλιον, εκείνη μεν κινούν και κινούμενον, το δε άλλο μόνον κινούμενον (14). Είναι δε αναγκαίον να δύναται να χωνεύηται [σ. 68] πάσα τροφή. Ενεργεί δε την χώνευσιν η θερμότης, και διά τούτο παν έμψυχον έχει θερμότητα. Εν κεφαλαίω λοιπόν εξηγήσαμεν τί εστιν η τροφή. Πρέπει δε να είπωμεν διασαφήσεις περί αυτής ύστερον εις τας σχετικάς πραγματείας.

 

Σημειώσεις

1) Πρώτας ευρίσκομεν τας ενεργείας, και εκ τούτων νοούμεν έπειτα τας δυνάμεις. Φύσει όμως προηγείται η δύναμις. Σαφέστερα όμως και των ενεργειών είναι τα αντικείμενα, λ. χ. η τροφή.

2) Εάν λ. χ. η ευδαιμονία είναι σκοπός, ο σκοπός ούτος πραγματοποιείται εν εκάστω ημών και ούτω έκαστος ημών είναι ο τελικός σκοπός.

3) Διά της γεννήσεως αναγεννάται και διαμένει το έμψυχον ον, ούτω δε διαιωνίζεται ουχί άτομόν τι δεδομένον, αλλά το είδος.

4) Η ψυχή λοιπόν δεν είναι υλική αιτία. Ύλη αυτής είναι το σώμα.

5) Καθώς εις τα ζώα είναι άνω η κεφαλή εν η το στόμα και τα όργανα προς τροφήν, ούτω εις τα φυτά είναι άνω αι ρίζαι, δι' ών έλκουσι την τροφήν (Θεμίστιος).

6) Συνεργεί με άλλα αίτια.

7) Και η έννοια της υγιείας δεν νοείται ειμή διά της εναντίας ιδέας της νόσου και αντιστρόφως.

8) Τα υγρά, οίον το έλαιον, κλπ. τρέφουσι το πυρ.

9) Εννοεί το λογικώς πρότερον.

10) Η φαντασία είναι 1) αισθητική, ήτοι η δύναμις του αναπλάττειν αισθη— τας εικόνας ή του ζωογονείν νεκρά αισθήματα. 2) βουλευτική ή λογιστική, ήτοι η δύναμις του πλάττειν τας την νόησιν συνοδευούσας εικόνας εκ στοιχείων πάντοτε, τα οποία παρέχει η αίσθησις.

11) Το ζώον τροφής χρήζει πάντοτε, ουχί όμως και αυξήσεως· ως ίππος ή άνθρωπος χρήζει τροφής, ως πώλος δε ή παις χρήζει και αυξήσεως, έως ου έλθη εις ακμήν, τότε δε την αύξησιν διαδέχεται η γέννησις ομοίων όντων.

12) Τρεις είναι και αι ενέργειαι του θρεπτικού, θρέψις, αύξησις, γέννησις.

13) Ομοίου με το έχον αυτήν σώμα.

14) Η ψυχή τρέφει το σώμα διά της συμφυούς θρεπτικής και πεπτικής δυνάμεως και διά του θερμού, όπως ο κυβερνήτης κυβερνά το πλοίον διά της συμφυούς χειρός αυτού και διά του χωριστού πηδαλίου. Η θερμότης, ως η χειρ, κινουμένη υπό της δυνάμεως κινεί την τροφήν, αναλογούσαν προς το πηδάλιον.

 

 

[Αρχή σελίδας]
Μικρός Απόπλους
http://www.mikrosapoplous.gr/
Νοέμβριος 2002