Στον Γιάννη Μπλάνα
που κερδίζει τη μιά μάχη
μετά την άλλη.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑΕΙΣΑΓΩΓΗ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΡΥΨΑΛΑ ΕΛΕΓΕΙΑ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ ΙΑΜΒΟΙ ΕΠΩΔΟΙ ΥΜΝΟΙ ΑΔΕΣΠΟΤΑ |
Επιστροφή σε: τίτλο, κείμενα & μετάφραση | Αρχή Σελίδας | Ελεγεία >>> |
Στον Γιάννη Μπλάνα
που κερδίζει τη μιά μάχη
μετά την άλλη.
Μεσημέριασε και η ζέστη είναι αφόρητη, αλλά από το λόφο της Άνω Σύρου η θάλασσα φαίνεται να κρατά μιά μεγάλη υπόσχεση ανέμου. Σκέπτομαι το λυρικό ποίημα. Σαν υπόσχεση δημιουργίας ενός κοσμικού ρυθμού το σκέπτομαι· υγρή υπόσχεση, όπως όλες. Οι άνθρωποι μπαίνουν από παντού στις σκέψεις μου. Μιλούν, χειρονομούν, όλο και με κάτι καταπιάνονται· κάποτε το πετυχαίνουν, τις περισσότερες φορές δεν καταφέρνουν τίποτε. Τότε ξεσπούν ο ένας στον άλλο, με τον τρόπο που κάνει τον Έναν Άλλο ή απομακρύνονται από το δρόμο που κρατά τον Ένα Μοναδικό. Ρυθμό ζητούν· το ρυθμό που κάνει τον κόσμο, κόσμο τους. Αλλά οι άνθρωποι έχουν ασθενική σκευή, δεν μπορούν να επιβιώσουν χωρίς την ελπίδα επικράτησης πάνω σε καθετί και σε καθέναν. Οι άνθρωποι διαθέτουν μόνο έναν κατάδικό τους τρόπο επιβίωσης: να σκοτώνουν ό,τι αγαπούν ή να τραγουδούν για ό,τι αγαπούν, πράγμα που είναι το ίδιο, αν αποφασίσεις πως η επιθυμία αυτοκτονεί τη στιγμή της ικανοποίησής της.
Όμως, δίπλα στη θάλασσα, δεν παίρνονται εύκολα τέτοιες αποφάσεις. Η θάλασσα είναι το ακαθόριστο, το μακρυνό, το διαρκώς άλλο. Η θάλασσα δεν ξέρει τη μονότονη παρουσία του πεύκου, ούτε την επίμονη απελπισία του τζίτζικα. Ο δασωμένος κόρφος της γης ανατρέφει το τραγικό στοιχείο, σαν σύγκρουση με την αέναη μονοτονία του κόσμου. Ποιός θα μπορούσε να υποφέρει το τζιτζίκι, για ένα μόνο μεσημέρι, χωρίς να σκεφτεί πως ο θάνατος είναι λύτρωση από τη σκληρότητα της ύπαρξης και χωρίς να απελπιστεί για τη σκέψη αυτή; με τί μάχεται ο Οιδίποδας; με τί παλεύει ο Φιλοκτήτης; με τον ίδιο δαίμονα που μετριέται ο Ιώβ, με το ίδιο ερώτημα: "Τί μπορεί να απαιτήσει κανείς από έναν κόσμο τόσο αυτάρκη, τόσο προσηλωμένο στο ρυθμό του;" Μόνο τα παιδιά της θάλασσας τολμούν την απάντηση: "το ρυθμό του ο καθένας, για ρυθμό του κόσμου" από τον εαυτό του ο καθένας, για τον εαυτό του και τούς ομοίους του". Αυτό είναι Λυρισμός και Μοντερνισμός. Να έρθεις στη ζωή, να τραγουδήσεις όπως σου κάνει κέφι και να φύγεις. Τα υπόλοιπα θα τα βρουν οι επερχόμενοι.
*
Ο Αρχίλοχος με συνάντησε μέρα μεσημέρι· όχι στους αδιέξοδους δρόμους της πρωτεύουσας - αν και θα μπορούσε - ούτε στις πολυέξοδες απλωσιές του Αιγαίου - αν και θα το προτιμούσα. Στη διάρκεια μιάς ζωής γεμάτης παράλογους θανάτους και μοχθηρές ελπίδες, ανεπαρκείς απολαύσεις και ένθεες ακυρώσεις, γνώρισα πολλούς μαχητές. Πάλευαν - για τί άλλο - για χρήμα ή για δόξα. Επειδή δεν πόθησα ποτέ τίποτε από τα δυό, είχα την άνεση να τούς σπουδάσω. Δε διέθεταν φαντασία· ο μόνος κοσμικός ρυθμός που μπορούσαν να φανταστούν ήταν η συνεχής λειτουργία μιάς καλοκουρδισμένης μηχανής που δουλεύει γι' αυτούς. Δε διέθεταν γνώση· το μόνο είδος λογικών προτάσεων που μπορούσαν να παράγουν ήταν οι "προφανείς". Δε διέθεταν γούστο· η ομορφιά τους δεν μπορούσε να κάνει βήμα πέρα από την ομοιομορφία. Εξάλλου, ελάχιστοι ήταν πραγματικοί άντρες.
Ο Αρχίλοχος υπήρξε πραγματικός άντρας· ήξερε πότε κινδύνευε να κλάψει και πότε χρειαζόταν να σκοτώσει. Γιος ενός εύπορου Πάριου και μιάς δούλας, διέθετε το μέτρο της απερισκεψίας που χαρακτηρίζει κάθε ευφυή άνθρωπο. Μεγαλώνοντας ανάμεσα στην παράδοση του πατέρα νόμου και στην αιώνια μοντερνικότητα της μητέρας επιθυμίας, διαμόρφωσε εκείνη τη βαθιά αίσθηση ρεαλισμού που καταλογίζει την πραγματικότητα στην αντοχή της επινόησης. Όταν αποφάσισε να αντιμετωπίσει τα οικονομικά προβλήματά του, έγινε μισθοφόρος και όταν χρειάστηκε να σπαταλήσει το αίμα του άδικα στην πληρωμένη μάχη, αντέδρασε σαν εργαζόμενος: προστάτευσε την εργατική δύναμή του. Όταν αποφάσισε να παντρευτεί τη γυναίκα που αγάπησε και ο πατέρας της αρνήθηκε το γάμο, ξέσπασε σαν κτήνος κατά πάντων, οδηγώντας την οικογένεια που τον αρνήθηκε σε μαζική αυτοκτονία. Όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με την ποίηση, επινόησε ένα νέο είδος και ανανέωσε πολλά παλαιότερα. Έγινε ο πρώτος γνήσιος λυρικός ποιητής της Ευρώπης, με τρόπο τελειωμένο, κλασικό. Όταν σκοτώθηκε στη μάχη, ο φονιάς του δεν έγινε δεκτός στον ιερό χώρο των Δελφών. Ποιός θα τολμούσε, σήμερα, να ισχυριστεί τον εαυτό του, με τόσο λαμπρά αποτελέσματα; Σκουριά, πολλή σκουριά στο λινό της ζωής μας.
Ο Αρχίλοχος με βρήκε στο εργαστήριο, μιάν ώρα απελπισμένης μέριμνας για τη μείωση του γλωσσικού πληθωρισμού που προαπαιτεί κάθε συνεπές ποιητικό προϊόν. Προσπαθούσα να κατασκευάσω ένα συμπαγές σύνολο ρυθμικών χειρονομιών, ικανό να εκχωρήσει την Ιλιάδα στην περιοχή κυριαρχίας της ποίησής μας - όπως γράφεται σήμερα, ή τουλάχιστον όπως δοκιμάζεται από μιά-δυό αποτελεσματικά εμπνευσμένες φωνές της γενιάς μου. Οι αντιστάσεις που συναντούσα σχετίζονταν κυρίως με την περίτεχνη εικονοποιία, παρά με το στόμφο των αγορεύσεων ή με τη συμβατικότητα των ποιητικών αντιστοιχιών. Όπως και να έχει, το ανεπίτρεπτο ξέσπασμα του Αχιλλέα στο πολιτικά ορθό περιβάλλον της 9ης ραψωδίας, μου πρότεινε μιάν ουσιαστική γνωριμία με δύο μεγάλους ποιητές. Ο πρώτος - από λίγο τελευταίος μεγάλος της αρχαίας φωνής - ήταν ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Αλλά, δε στάθηκε παρά μιά αποκάλυψη της προσωπικής μου αλήθειας: αμετανόητος εραστής της μουσικής του ορθολογικού, διάπυρος οικογενειάρχης της πολιτικής θεολογίας· ένας ρομαντικός Χριστιανός, ένας πραγματικός γνωστικός δαίμονας, κλεισμένος στον απόλυτα οργανωμένο λόγο της αρχαιότητας: πάθος και πόθος και φλόγα και ρώμη που βηματίζουν, με γοητευτικά τελετουργικές κινήσεις, προς τον αναπόφευκτο θάνατο. Ένα σκληρό πέρασμα από την εξορία που λέμε ζωή. Ο δεύτερος ποιητής - πρώτος Ευρωπαίος Λυρικός - ήταν ο Αρχίλοχος. Ο τραχύς μισθοφόρος του 7ου π.Χ. αιώνα στάθηκε στην έξοδο των λέξεών μου, οπλισμένος με απουσίες, ασάφειες, προκλητικές εικασίες, αιχμηρές σιωπές. Θα μπορούσα να μιλήσω για μιάν αποκάλυψη, αν ο Αχιλλέας δεν τον απαιτούσε ήδη, μέσω της θεσμοποιημένης φωνής του Ομήρου, δηλώνοντας προς τον Οδυσσέα:
(Ιλιάδος Ι, 309-378)
Εδώ, ο Αχιλλέας είναι έτοιμος να "ιαμβίσει", να μιλήσει τη ζωντανή γλώσσα της οργής του, να θραύσει την αργόσυρτη διατύπωση του ηρωικού στίχου. Είναι έτοιμος να γίνει Αρχίλοχος, αλλά δυστυχώς δεν είναι ο ποιητής· δεν αποφασίζει αυτός. Από την άλλη, ο ποιητής δεν είναι ο εαυτός του· ούτε κι αυτός αποφασίζει. Αν μπορούσε να παρατήσει την αυλή του άρχοντα που διασκεδάζει, αν έβγαινε στους δρόμους και συναναστρεφόταν το πλήθος που διαθέτει την ιδιότυπη ελευθερία να πεθαίνει όπως θέλει, θα κέρδιζε τον εαυτό του και θα χάριζε στον Αχιλλέα το δικό του. Αυτό το έκανε ο Αρχίλοχος και απέσπασε την κατάδική του αθανασία. Χρησιμοποίησε μουσικές φόρμες, γλωσσικούς τύπους και θέματα γερά κατεργασμένα στο καμίνι της ζωής ανθρώπων που επειδή παλεύουν για το ίδιο το δικαίωμα τους να ζουν, δε στέκονται σε τελετουργικές αβρότητες. Δεν υπήρξε ποτέ λαϊκός ποιητής, το αντίθετο μάλιστα. Η εποχή του, ο 7ος π.Χ. αιώνας, χαρακτηρίζεται από την πορεία της μάζας προς την εξουσία. Η στενότητα του ζωτικού χώρου και η ανεπάρκεια των φυσικών πόρων έστρεψαν τις γερασμένες κοινότητες σε μεταναστευτικές επιδρομές. Οι άποικοι διαμόρφωσαν μιάν αυτόνομη νοοτροπία και ο νεοπλουτισμός τους εκφράστηκε πολιτικά με την άνοδο στην εξουσία λαϊκιστών τυράννων. Η μάζα διέχυσε τη νοοτροπία της στο δημόσιο χώρο και διαμόρφωσε ένα σκληρό περιβάλλον σχετικισμού. Ο Αρχίλοχος, σαν καλλιτέχνης, δε βλέπει με καλό μάτι αυτό το σχετικισμό. Απαξιεί τη νοοτροπία της μάζας, παρ' όλο που δε φαίνεται να απέχει από τις συνήθειές της. Δίνει στα στοιχεία του υψηλή καλλιτεχνική αξία. Χρησιμοποιεί εικόνες καίριες, φυσικά σχήματα και απλούς τρόπους. Η στάση του απέναντι στην παράδοση είναι απόλυτα διακριτή, σε μορφολογικό και ιδεολογικό επίπεδο. Παρ' όλη την οργή που εκφράζει ο Αχιλλέας στο παραπάνω απόσπασμα της Ιλιάδος, δε θα μπορούσε να προχωρήσει πέρα από τη συγκυριακή δυσφορία του, για την παραβίαση των κανόνων με τούς οποίους παίζεται το παιχνίδι της εξουσίας. Δε θα μπορούσε να προβεί σε κριτική των κανόνων και του ίδιου του παιχνιδιού. Κατά κάποιον τρόπο, ο Αχιλλέας είναι πιό ανθρώπινος, έστω και με ένα συμβατικό τρόπο. Το εντυπωσιακό με τον Αρχίλοχο είναι πως ενώ διαθέτει μιά φωνή απόλυτα προσωπική, μεριμνά συνεχώς για την εγγραφή ηθικών αξιών και η έκφραση των συναισθημάτων του διατρέχεται από το μηδενισμό του σκληροπυρηνικού ηθικολόγου. Θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ένα είδος λυρικού στοχασμού που ξεκινά με τον Αρχίλοχο και φτάνει, μέσω του Νίτσε, στους μοντερνιστές διανοούμενους της ευρωπαϊκής αριστεράς. Ο Λυρισμός αυτός δεν είναι ο Λυρισμός της Σαπφούς. Το ποιητικό υποκείμενο είναι ο εαυτός του με διαφορετικό τρόπο. Η Σαπφώ μοιάζει να είναι προσωπική στην έκφρασή της επειδή δεν μπορεί να κάνει αλλιώς: η έκφραση των ερωτικών συναισθημάτων απαιτεί τον εραστή ολόκληρο και διακριτό. Σαν να λέμε, δεν υφίσταται μη προσωπική ερωτική ποίηση· αν και η ψυχολογία του ερωτικού μορφώματος δε συμφωνεί απόλυτα. Κατά κάποιο περίεργο τρόπο, ο Αρχίλοχος αναφαίνεται σαν υποκείμενο, στην προσπάθειά του να υπερασπίσει ορισμένες ηθικές προκείμενες. Δεν είναι ο φορμουλαϊκός κόσμος του Ομήρου που πρέπει να υπερασπίσει, αλλά ο ενδεχομενικός κόσμος μιάς δημοκρατίας αυτόνομων υποκειμένων. Η υποκειμενικότητα του Αρχίλοχου διαθέτει μιά εντυπωσιακά πολιτική διάσταση.
Αλλά ο Αρχίλοχος είναι ποιητής και μάλιστα ο πρώτος προσωπικός ποιητής της δυτικής Αρχαιότητας. Η πολιτική διάσταση του έργου του αφορά στη συνθήκη κοινωνικής παρεύρεσης· μόνο με αυτή τη διάσταση μπορεί να κοινοποιηθεί επιτυχώς. Ο ίαμβος χρειάζεται ένα σύνολο ηθικών προκειμένων, όπως ο έρωτας χρειάζεται το πάθος, για να στηρίξει το δημιουργικό υποκείμενο. Δεν έχει και τόση σημασία αν οι προκείμενες αυτές περιορίζονται σε έναν κυνισμό, που θεωρεί τη ζωή σαν ορισμένες κινήσεις που αν τις μάθεις, παίζεις το παιχνίδι μιά χαρά και εξασφαλίζεις την εσωτερική αυτονομία σου. Αν και, στο σημείο αυτό, βρισκόμαστε μπροστά στην ουσία της σχέσης ποίησης και πολιτικής, σημασία έχει η τακτική που επιτρέπει την παραμονή του υποκειμένου στο οντολογικό επίπεδο της ποίησης. Η τακτική αυτή είναι, για τον Αρχίλοχο, η μεταφορά· όχι η αναλογική μεταφορά, που χρειάζεται μιά πνευματοποιημένη φύση, αλλά η διαφορική τιμολόγηση του αντικειμένου, που χρειάζεται μιά κοινωνία και αρκετούς θεσμούς. Μιά λέξη φτάνει για να τινάξει στον αέρα τη θεσπισμένη κατωτερότητα των δούλων και να δημιουργήσει καίρια ποίηση.
Η μάχη με τα σπαράγματα του Αρχίλοχου κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν. Νομίζω πως του προκάλεσα τουλάχιστον όσες απώλειες μου προκάλεσε. Δεν είναι λίγο να έρχεσαι "μία η άλλη" με τις προσδοκίες σου! Φυσικά, απέφυγα να πάρω αποφάσεις φιλολογικές. Αλλά τέτοιου είδους επιφυλάξεις συνιστούν ήδη μιά σειρά αποφάσεων. Τόλμησα να τις αναλάβω με την περίσκεψη του επώνυμου ερασιτέχνη. Όμως το μεγαλύτερο μέρος τους είχε χαρακτήρα ποιητικό. Πάντως, προσπάθησα, όσο μου επιτρέπει η εντιμότητά μου, να μην προσβάλλω τον κόπο ανθρώπων που δαπάνησαν και δαπανούν την ευφυΐα τους στο αυστηρό έργο της αποκατάστασης. Οι φιλόλογοι χτίζουν με υπευθυνότητα, οι ποιητές κατοικούν με ένα είδος καταναγκαστικής ανευθυνότητας! Η ποίηση είναι μιά παράτολμη τέχνη που πρέπει να βελτιώνει διαρκώς τα εργαλεία της.
*
Κοντεύει απόγευμα και η ζέστη είναι αφόρητη, αλλά από το λόφο της Άνω Σύρου, η Τήνος φαίνεται να δροσίζεται αμετανόητα. Κρατά στην αγκαλιά της φίλους και στα πέτρινα χείλη της μιά μεγάλη υπόσχεση ανέμου. Η ποίηση βρίσκεται ανάμεσά μας ή δεν ξέρει να μιλά. Ο Αρχίλοχος είναι ένας μοντέρνος ποιητής ή είναι για πάντα βουβός.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ
Άνω Σύρος 1999 - Αθήνα 2001
Επιστροφή σε: τίτλο, κείμενα & μετάφραση | Αρχή Σελίδας | Ελεγεία >>> |