38.
Παράδοσις των Λακεδαιμονίων εις τους Αθηναίους
Άμα οι Λακεδαιμόνιοι ήκουσαν την πρότασιν, οι πλείστοι εξ αυτών κατέβασαν τας ασπίδας των και ανέσεισαν τα χέρια, εις ένδειξιν αποδοχής. Αφού δε συνωμολογήθη ανακωχή, ήλθαν εις προσωπικάς διαπραγματεύσεις, ο Κλέων και ο Δημοσθένης με τον αντιπρόσωπον των πολιορκουμένων Στύφωνα, υιόν του Φάρακος. Από τους προηγουμένους αρχηγούς, ο πρώτος, ο Επιτάδας, είχε φονευθή, ο Ιπποκράτης, που ήτο διωρισμένος αναπληρωτής του, ήτο εξηπλωμένος κατά γης μεταξύ των νεκρών, και εθεωρείτο ως νεκρός, αν και έζη ακόμη, και ο Στύφων ήτο διωρισμένος κατά τον νόμον τρίτος, δια ν' αναλάβη την αρχηγίαν, εν περιπτώσει ατυχήματος των δύο άλλων. Ούτος τότε, εξ ονόματος του στρατού του, εδήλωσεν ότι επιθυμούν να στείλουν απεσταλμένον προς τους επί της ξηράς Λακεδαιμονίους, δια να ζητήσουν οδηγίας περί του πρακτέου. Οι Αθηναίοι όμως δεν επέτρεψαν να σταλή κανείς από αυτούς, αλλά προσεκάλεσαν οι ίδιοι τους επί της ξηράς να στείλουν τοιούτους απεσταλμένους, οι οποίοι επήγαν και ήλθαν δύο ή τρεις φοράς. Ο τελευταίος απεσταλμένος των επί της στερεάς Λακεδαιμονίων έφερε την εξής απάντησιν. "Οι Λακεδαιμόνιοι σας παραγγέλλουν ν' αποφασίσετε σεις οι ίδιοι περί εαυτών, αρκεί να μη κάμετε τίποτε το ατιμωτικόν". Εκείνοι, αφού συνεσκέφθησαν αναμεταξύ των, παρεδόθησαν με τα όπλα των. Την ημέραν αυτήν και την ακόλουθον νύκτα οι Αθηναίοι τους εφρούρουν. Την επομένην αφού έστησαν τρόπαιον εις την νήσον διένειμαν τους αιχμαλώτους εις τους τριηράρχους προς φύλαξιν και προέβησαν εις όλας τας άλλας προετοιμασίας δια τον απόπλουν. Οι Λακεδαιμόνιοι, εξ άλλου, έστειλαν κήρυκα και παραλαβόντες τους νεκρούς των τους μετέφεραν εις την στερεάν. Ο αριθμός των νεκρών και των αιχμαλώτων είχεν ως εξής. Το σύνολον των οπλιτών, που είχαν αποβιβασθή εις την νήσον, ήσαν τετρακόσιοι είκοσι το όλον. Εκ τούτων, διακόσιοι ενενήντα δύο μετεφέρθησαν εις Αθήνας ως αιχμάλωτοι και οι λοιποί είχαν φονευθή. Από τους αιχμαλώτους, Σπαρτιάται ήσαν εκατόν είκοσι περίπου. Αι απώλειαι των Αθηναίων ήσαν ολίγαι, διότι μάχη εκ του συστάδην δεν είχε λάβει χώραν.

39. Η πολιορκία, από την ημέραν της ναυμαχίας έως την ημέραν της μάχης που έγινεν εις την νήσον, διήρκεσεν εβδομήντα δύο το όλον ημέρας. Κατά την διάρκειαν των είκοσι περίπου ήμερων που οι πρέσβεις απουσίασαν, προς διαπραγμάτευσιν συνεννοήσεως, οι πολιορκούμενοι επεσιτίζοντο κανονικώς, αλλά κατά το επίλοιπον διάστημα διετρέφοντο από τα λαθραίως εισαγόμενα τρόφιμα. Και ποσότης μάλιστα σίτου ευρέθη εις την νήσον μετά την παράδοσιν και άλλα τρόφιμα που είχαν περισσεύσει, διότι ο αρχηγός Επιτάδας έδιδεν εις τους στρατιώτας μικροτέρας μερίδας από ό,τι του επέτρεπαν τα μέσα του.
Οι Αθηναίοι και οι Πελοποννήσιοι απέσυραν τώρα πλέον τον στρατόν των από την Πύλον και επέστρεψαν εις τα ίδια, και η υπόσχεσις του Κλέωνος, μολονότι τρελλή, επραγματοποιήθη, διότι εντός είκοσι ημερών, όπως είχεν υποσχεθή, έφερε τους πολιορκουμένους εις τας Αθήνας.

40. Κανέν, τωόντι, γεγονός του πολέμου δεν επροξένησε μεγαλυτέραν από αυτό έκπληξιν μεταξύ των Ελλήνων. Διότι ο κόσμος είχε την αξίωσιν από τους Λακεδαιμονίους να μη παραδίδωνται ούτε από πείναν ούτε από καμμίαν άλλην ανάγκην, αλλά ν' αποθνήσκουν με τα όπλα εις χείρας, μαχόμενοι όπως ημπορούσαν. Κανείς δεν επίστευεν ότι εκείνοι που παρέδωσαν τα όπλα των ήσαν άνθρωποι όμοιοι, με τους φονευθέντας. Και όταν βραδύτερον, εις κάποιαν περίστασιν, εις από τους συμμάχους των Αθηναίων ηρώτησεν ένα από τους αιχμαλώτους της Σφακτηρίας, με σκοπόν να τον πειράξη, εάν οι φονευθέντες συναγωνισταί του ήσαν όλοι γενναίοι και καθώς πρέπει, εκείνος απήντησεν ότι η άτρακτος, εννοών με την λέξιν αυτήν το βέλος, θα είχε τωόντι, μεγάλην αξίαν, εάν διέκρινε τους γενναίους, υπαινιττόμενος με αυτό, ότι οι λίθοι και τα βέλη εφόνευαν αδιακρίτως όσους έτυχε να κτυπήσουν.

41. Μετά την άφιξιν των αιχμαλώτων, οι Αθηναίοι απεφάσισαν να τους κρατήσουν εις δεσμωτήριον, έως ότου φθάσουν εις συνεννόησιν με τους Πελοποννησίους, αλλ' εάν οι τελευταίοι εισέβαλλαν προηγουμένως εις την Αττικήν, θα τους έβγαζαν από την φυλακήν και θα τους εθανάτωναν. Εγκατέστησαν επίσης φρουράν εις την Πύλον, και οι Μεσσήνιοι της Ναυπάκτου, θεωρούντες το έδαφος τούτο ως πατρίδα των (διότι η Πύλος αποτελεί μέρος του παλαιού Μεσσηνιακού εδάφους), από τους ιδικούς των, οι οποίοι ελεηλάτουν την Λακωνικήν και επροξένουν μεγάλας ζημίας εις τους κατοίκους, καθόσον ωμίλουν την ιδίαν με αυτούς γλώσσαν. Οι Λακεδαιμόνιοι, εξ άλλου, οι οποίοι δεν είχαν έως τότε δοκιμάσει εις βάρος των τας ταλαιπωρίας τοιούτου ληστρικού πολέμου, όταν είδαν ότι και οι Είλωτες ήρχισαν ν' αυτομολούν εις την Πύλον, εφοβήθησαν μήπως με βίαια κινήματα επιδιωχθή σοβαρά πολιτική μεταβολή εις την χώραν των, και έφεραν βαρέως την κατάστασιν αυτήν. Αλλά μολονότι δεν ήθελαν ν' αντιληφθούν οι Αθηναίοι τας ανησυχίας των, εξηκολούθουν να στέλλουν πρεσβείας προς αυτούς, προσπαθούντες να επιτύχουν την απόδοσιν και της Πύλου και των αιχμαλώτων. Αλλά των Αθηναίων αι απαιτήσεις εμεγάλωναν διαρκώς, και μολονότι ήλθαν αλλεπάλληλοι πρεσβείαι, όλαι απεπέμποντο άπρακτοι. Τοιαύτη υπήρξεν η πορεία των γεγονότων της Πύλου.

42.
Εκστρατεία των Αθηναίων εις την Κορινθίαν
Κατά την διάρκειαν του ιδιου θέρους και ευθύς μετά τ' ανωτέρω γεγονότα, οι Αθηναίοι εξεστράτευσαν εναντίον της Κορινθίας με στόλον ογδοήντα πλοίων, με δύο χιλιάδας ιδικούς των οπλίτας και διακοσίους ιππείς, οι οποίοι επεβιβάσθη-σαν εις ιππαγωγά πλοία. Εις την εκστρατείαν, της οποίας αρχηγός ήτο ο Νικίας, υιός του Νυκηράτου, με δύο άλλους, έλαβαν μέρος και στρατιωτικά αποσπάσματα της Μιλήτου, της Άνδρου και της Καρύστου. Ο στόλος προσήγγισε, μόλις εχάραζε, εις την μεταξύ της Χερσονήσου και του Ρείτου παραλίαν, της οποίας υπέρκειται ο Σολύγειος λόφος. Εις τον λόφον αυτόν είχαν εγκατασταθή τον παλαιόν καιρόν οι Δωριείς και επολέμουν εναντίον των Αιολέων, οι οποίοι κατώκουν την Κόρινθον, σώζεται δ' ακόμη και σήμερον επ' αυτού κωμόπολις, ονομαζομένη Σολύγεια. Από την παραλίαν, όπου προσήγγισεν ο στόλος, η κωμόπολις αυτή απέχει δώδεκα στάδια, η Κόρινθος εξήντα και ο Ισθμός είκοσι. Οι Κορίνθιοι, πληροφορηθέντες προηγουμένως από το Άργος την επικειμένην εισβολήν του Αθηναϊκού στρατού είχαν από πολλάς ημέρας συγκεντρωθή όλοι εις τον Ισθμόν, εκτός από εκείνους που κατώκουν έξω από αυτόν και πεντακοσίων επίσης στρατιωτών που απουσίαζαν εις Αμπρακίαν και Λευκάδα, προς προστασίαν των πόλεων αυτών. Όλοι ανεξαιρέτως οι άλλοι εφρούρουν, δια να ιδούν που θα απεβιβάζοντο οι Αθηναίοι, οι οποίοι όμως διέφυγαν την προσοχήν των, καταπλεύσαντες πριν εξημερώση ακόμη. Οι Κορίνθιοι, ευθύς ως έμαθαν την είδησιν δι' οπτικού σήματος, αφίσαντες το ήμισυ του στρατού των εις τας Κεγχρεάς, εκ φόβου μήπως οι Αθηναίοι επιτεθούν κατά του Κρομμυώνος, έσπευσαν με το άλλο ήμισυ δια να τους αποκρούσουν.

43. Ο Βάττος, εις από τους δύο παρόντας εις την μάχην Κορινθίους στρατηγούς, επήρεν απόσπασμα του στρατού και ήλθεν εις την Σολύγειαν, η οποία ήτο ατείχιστος, δια να την προστατεύση. Ο άλλος στρατηγός, ο Λυκόφρων, επί κεφαλής του επίλοιπου στρατού, ήρχισε την μάχην. Οι Κορίνθιοι προσέβαλαν πρώτον το δεξιόν κέρας, το οποίον είχεν αποβιβασθή ευθύς και ακριβώς εμπρός από την Χερσόνησον, και έπειτα και τον άλλον στρατόν των Αθηναίων. Η μάχη ήτο πεισματώδης και διεξήγετο καθ' όλον το μέτωπον σώμα με σώμα. Το δεξιόν κέρας των Αθηναίων και οι Καρύστιοι, οι οποίοι ήσαν παρατεταγμένοι εις το άκρον δεξιόν, εδέχθησαν την επίθεσιν των Κορινθίων, χωρίς να κλονισθούν, και τους απώθησαν μάλιστα, μολονότι με δυσκολίαν. Οι Κορίνθιοι υπεχώρησαν προς ένα ξηρότοιχον και επειδή το μέρος ήτο κατωφερικόν, ήρχισαν να λιθοβολούν τους Αθηναίους, οι οποίοι ευρίσκοντο προς τα κάτω, έψαλαν τον παιάνα και τους επετέθησαν εκ νέου. Εκείνοι εδέχθησαν την επίθεσιν, χωρίς να κλονισθούν, και η μάχη διεξήγετο πάλιν σώμα με σώμα. Απόσπασμα Κορινθίων, το οποίον έσπευσεν εις ενίχυσιν του αριστερού των κέρατος, ηνάγκασε το δεξιόν των Αθηναίων να υποχωρήση και τους κατεδίωξε δραστηρίως μέχρι της θαλάσσης. Αλλά μόλις έφθασαν εις τα πλοία, έστρεψαν πάλιν οι Αθηναίοι και οι Καρύστιοι εναντίον του εχθρού. Ο επίλοιπος στρατός των δύο μερών εξηκολούθει να μάχεται χωρίς διακοπήν, το δεξιόν ιδίως κέρας των Κορινθίων, υπό την αρχηγίαν του Λυκόφρονος, προσεπάθει ν' αποκρούση το αριστερόν των Αθηναίων, διότι εφοβείτο ότι οι Αθηναίοι θα επιτεθούν εναντίον της Σολυγείας.

44. Επί πολλήν ώραν αντείχαν και οι δύο, χωρίς να υποχωρή ο ένας απέναντι του άλλου. Επί τέλους, οι Αθηναίοι, οι οποίοι είχαν το πλεονέκτημα της συμπράξεως ιππικού, που εστερούντο οι αντίπαλοί των, απώθησαν το δεξιόν των Κορινθίων και τους ηνάγκασαν να υποχωρήσουν προς τον Σολύγειον λόφον, όπου εστάθμευσαν, και δεν κατέβαιναν εκείθεν, ησυχάζοντες. Τας μεγαλυτέρας απωλείας έπαθαν οι Κορίνθιοι, κατά την ήτταν αυτήν του δεξιού των. Μεταξύ δε των φονευθέντων ήτο και ο στρατηγός Λυκόφρων. Ο επίλοιπος στρατός, χωρίς να καταδιωχθή πολύ και χωρίς να λάβη η υποχώρησίς του τον χαρακτήρα εσπευσμένης φυγής, αφού ηναγκάσθη να υποχωρήση, επέστρεψεν εις τα υψώματα, όπου και εγκατεστάθη. Οι Αθηναίοι, βλέποντες ότι ο εχθρός δεν επανήρχετο προς επανάληψιν της μάχης, έστησαν αμέσως τρόπαιον, και ήρχισαν να σκυλεύουν τους νεκρούς των εχθρών και συλλέγουν τους ιδικούς των. Εν τω μεταξύ, το ήμισυ του Κορινθιακού στρατού, που είχε μείνει στρατοπεδευμένον εις τας Κεγχρεάς, δια ν' αποκρούση ενδεχομένη ν απόβασιν των Αθηναίων εναντίον του Κρομμυώνος, ημποδίζετο από το όρος Όνειον να ίδουν την μάχην. Αλλ' άμα ως είδαν τον κονιορτόν που εσηκώνετο, και εννόησαν τι συμβαίνει έτρεξαν ευθύς εις βοήθειαν. Το ίδιον άλλωστε έκαμαν, άμα είδαν τα γενόμενα, και οι πρεσβύτεροι των Κορινθίων, οι οποίοι είχαν μείνει εις την πόλιν. Οι Αθηναίοι, βλέποντες τους επερχόμενους αθρόους και νομίσαντες ότι ήρχετο προς τους Κορινθίους επικουρία από τους Πελοποννησίους των πλησιεστέρων μερών, επέστρεψαν εσπευσμένως εις τον στόλον των, μαζύ με τα σκύλα και τους νεκρούς των, εκτός δύο, τους οποίους εγκατέλειψαν, διότι δεν ημπόρεσαν να τους εύρουν. Αφού δ' επεβιβάσθησαν εις τα πλοία, διεπεραιώθησαν εις παρακείμενα νησιά, και στείλαντες από εκεί κήρυκα, εζήτησαν την άδειαν και παρέλαβαν τους εγκαταλειφθέντας νεκρούς των. Κατά την μάχην εφονεύθησαν διακόσιοι δώδεκα Κορίνθιοι και από τους Αθηναίους όχι ολιγότεροι από πενήντα.

45. Οι Αθηναίοι απέπλευσαν από τας νήσους και την ιδίαν ημέραν ηγκυροβόλησαν εις τον Κρομμυώνα, ο οποίος ανήκει εις την περιφέρειαν της Κορίνθου και απέχει, από την πόλιν αυτήν εκατόν είκοσι στάδια. Αφού δε ηρήμωσαν την χώραν, διανυκτέρευσαν εκεί. Την επομένην, έπλευσαν κατά μήκος της ακτής, και αφού πρώτον ενήργησαν απόβασιν μικράς διαρκείας εις την περιφέρειαν της Επιδαύρου, ήλθαν ύστερον εις τα Μέθανα, τα οποία κείνται μεταξύ Επιδαύρου και Τροιζήνος, και αφού κατέλαβαν τον Ισθμόν της χερσονήσου, όπου κείται, τον απεχώρισαν από την στερεάν δια τείχους. Και εγκαταστήσαντες φρουράν, ενήργουν του λοιπού ληστρικάς επιδρομάς εις τας περιφερείας της Τροιζήνος, της Αλιάδος και της Επιδαύρου. Αφού δε συνεπληρώθη το τείχος του ισθμού, επέστρεψαν με τον στόλον των εις τα ίδια.

46.
Τέλος του εμφυλίου πολέμου εις την Κέρκυραν
Την ιδίαν εποχήν που τα γεγονότα αυτά ελάμβαναν χώραν, ο Ευρυμέδων και ο Σοφοκλής απέπλευσαν με την μοίραν του Αθηναϊκού στόλου από την Πύλον δια την Σικελίαν. Όταν έφθασαν εις την Κέρκυραν, ηνώθησαν με τους Κερκυραίους της πόλεως και εξεστράτευσαν εναντίον των επί του όρους Ιστώνης εγκατεστημένων ολιγαρχικών, οι οποίοι μετά την επανάστασιν επέστρεψαν εις την νήσον, όπως διηγήθην ήδη, έγιναν κύριοι της υπαίθρου χώρας και επροξένουν μεγάλας ζημίας. Το οχύρωμά των εκυριεύθη εξ εφόδου. Οι ίδιοι όμως κατέφυγαν αθρόοι επάνω εις ύψωμα και εσυνθηκολόγησαν, υπό τον όρον να παραδώσουν τους μισθοφόρους στρατιώτας και τα όπλα των και δεχθούν ό,τι ο Αθηναϊκός λαός θ' αποφασίση περί της τύχης των. Οι στρατηγοί τους μετέφεραν εις την νήσον Πτυχίαν, δια να κρατηθούν εκεί, έως ότου σταλούν εις τας Αθήνας, με την συμφωνίαν ότι δεν θα πάθουν τίποτε, αλλά και υπό τον όρον ότι αν κανείς συλληφθή προσπαθών να φύγη, η συμφωνία θα εθεωρείτο αυτοδικαίως άκυρος δι' όλους. Οι αρχηγοί της δημοκρατικής μερίδος των Κερκυραίων όμως φοβούμενοι ότι όταν μεταφερθούν εις Αθήνας, οι Αθηναίοι δεν θα τους θανατώσουν, έστησαν την εξής παγίδα. Προσποιούμενοι ενδιαφέρον, έστειλαν εις την νήσον Πτυχίαν, χωρίς να φανούν οι ίδιοι, φίλους μερικών κρατουμένων, τους οποίους ωδήγησαν να τους είπουν ότι το καλλίτερον δι' αυτούς ήτο να δραπετεύσουν άνευ αναβολής, και ότι οι ίδιοι αναλαμβάνουν να τους έχουν έτοιμον πλοίων, διότι οι στρατηγοί των Αθηναίων, όπως τους εβεβαίωναν, επρόκειτο να τους παραδώσουν εις τους δημοκρατικούς της Κερκύρας.

47. Η παγίς επέτυχε. Το πλοίον ητοιμάσθη. Αλλ' οι παγιδευθέντες συνελήφθησαν την ώραν που εξέπλεαν. Επομένως, η συμφωνία ηκυρώθη αυτοδικαίως και όλοι οι κρατούμενοι παρεδόθησαν εις την Κερκυραϊκήν κυβέρνησιν. Εκείνο όμως που συνετέλεσε προ πάντων δια να πιστευθή το πρόσχημα και οι επινοήσαντες την επιβουλήν να την θέσουν εις εκτέλεσιν χωρίς φόβον ήτο το γεγονός, ότι όλος ο κόσμος εννοούσεν ότι οι Αθηναίοι στρατηγοί, ηναγκασμένοι αυτοί να πλεύσουν εις την Σικελίαν, δεν ήθελαν η μεταφορά των αιχμαλώτων εις τας Αθήνας να γίνη από άλλους, οι οποίοι και θα επωφελούντο της τιμής ότι τους μετέφεραν εκεί. Όταν τους παρέλαβαν, οι Κερκυραίοι τους ενέκλεισαν εντός ευρυχώρου οικοδομής. Έπειτα τους έβαζαν απ' εκεί ανά είκοσι και τους ηνάγκαζαν, δεμένους τον ένα με τον άλλον, να βαδίζουν δια μέσου δύο στοίχων οπλιτών, οι οποίοι ήσαν παρατεταγμένοι από τα δύο μέρη, και οσάκις έβλεπαν κανένα εχθρόν των, τον εκτύπων και τον εμαχαίρωναν, ενώ άλλοι ροπαλοφόροι, βαδίζοντες δίπλα των, ηνάγκαζαν τους καθυστερούντας να ταχύνουν το βήμα των.

48. Εξήντα περίπου από τους αιχμαλώτους έβγαλαν κατ' αυτόν τον τρόπον και εφόνευσαν, πριν εννοηθούν από τους λοιπούς κρατουμένους, οι οποίοι υπέθεταν ότι τους έβγαζαν δια να τους μεταφέρουν κάπου αλλού. Όταν όμως έμαθαν τα συμβάντα από κάποιον που τους εφανέρωσε, επεκαλέσθησαν την παρέμβασιν των Αθηναίων και τους εξώρκιζαν, εάν θέλουν τον θάνατόν των, να τους φονεύσουν οι ίδιοι. Ηρνούντο επίσης να εξέλθουν του λοιπού από την οικοδομήν και εδήλωσαν ότι αν ημπορέσουν δεν θ' αφίσουν κανένα να εισέλθη. Οι Κερκυραίοι, εν τούτοις, δεν εσκέφθησαν ούτε οι ίδιοι να παραβιάσουν τας θύρας. Ανέβησαν όμως εις την στέγην, ήνοιξαν την οροφήν, και ήρχισαν να ρίπτουν εναντίον των κεραμίδια και τους τοξεύουν κάτω. Οι αιχμάλωτοι επροφυλάσσοντο όπως ημπορούσαν, και συγχρόνως πολλοί ήρχισαν ν' αυτοκτονούν, άλλοι εμπήγοντες εις τον λαιμόν των τα βέλη, τα οποία ετόξευαν οι αντίπαλοι εναντίον των, άλλοι απαγχονιζόμενοι με σχοινιά, τα οποία αφήρουν από μερικά κρεββάτια που έτυχε να ευρίσκωνται εκεί, ή με λωρίδας, καμωμένας από ενδύματά των. Τούτο εξηκολούθησε τωόντι κατά το μεγαλύτερον μέρος της νυκτός, διότι η νυξ είχεν επέλθει κατά την διάρκειαν της συμφοράς των, έως ότου, αυτοκτονούντες με τον ένα ή τον άλλον τρόπον, ή βαλλόμενοι από τους ευρισκομένους επάνω εις την στέγην, εξωλοθρεύθησαν. Όταν εξημέρωσεν, οι Κερκυραίοι τους εστοίβαξαν επάνω εις κάρρα, εις αλλεπάλληλα κατά μήκος και κατά πλάτος στρώματα, και τους μετέφεραν έξω από την πόλιν. Τας γυναίκας, εξ άλλου, όσαι είχαν συλληφθή εντός του οχυρώματος, επώλησαν ως δούλας. Κατά τοιούτον τρόπον εξωλόθρευσεν η δημοκρατική μερίς των Κερκυραίων τους ολιγαρχικούς που είχαν καταφύγει εις την Ιστώνην. Με τον εξολοθρευμόν των, ο εμφύλιος σπαραγμός, ο οποίος διήρκεσε τόσον πολύν καιρόν, έληξεν, όσον αφορά τουλάχιστον τον παρόντα πόλεμον. Διότι, ό,τι απέμεινεν από τους ολιγαρχικούς ήτο πλέον ανάξιον λόγου. Οι Αθηναίοι, εξ άλλου, απέπλευσαν, σύμφωνα με το αρχικόν δρομολόγιόν των, εις Σικελίαν, όπου συνέχισαν τας εχθροπραξίας, από κοινού με τους εκεί συμμάχους των.

49.
Οι Αθηναίοι καταλαμβάνουν το Ανακτόριον
Όταν ετελείωνε το θέρος, η Αθηναϊκή φρουρά της Ναυπάκτου και οι Ακαρνάνες εξεστράτευσαν κατά του Ανακτορίου, πόλεως Κορινθιακής κειμένης εις την είσοδον του Αμπρακικού κόλπου, και την κατέλαβαν δια προδοσίας των κατοίκων. Οι Ακαρνάνες, ακολούθως, διώξαντες τους Κορινθίους, κατώκησαν οι ίδιοι του λοιπού το Ανακτόριον, με αποίκους τους οποίους έστειλαν από τα διάφορα τμήματα της ομοσπονδίας των. Με τα γεγονότα αυτά έληξε το θέρος.

50.
Οι Αθηναίοι συλλαμβάνουν Πέρσην απεσταλμένον προς τους Λακεδαιμονίους
Κατά τον επόμενον χειμώνα, ο Αριστείδης, υιός του Αρχίππου, εις από τους αρχηγούς των Αθηναϊκών πλοίων, τα οποία είχαν σταλή προς είσπραξιν των καθυστερουμένων φόρων των συμμάχων, συνέλαβεν εις την Ηιόνα, πλησίον του Στρυμόνος, τον Πέρσην Αρταφέρνη, ο οποίος μετέβαινεν εις την Λακεδαίμονα ως απεσταλμένος του Βασιλέως. Αφού τον μετέφεραν εις Αθήνας, οι Αθηναίοι διέταξαν την μετάφρασιν της επιστολής, την οποίαν έφερε και η οποία ήτο γραμμένη με Ασσυριακούς χαρακτήρας, και την ανέγνωσαν. Μεταξύ πολλών άλλων ζητημάτων, τα οποία εθίγοντο εις αυτήν, σπουδαιοτάτη ήτο δήλωσις του Βασιλέως προς τους Λακεδαιμονίους, ότι δεν εννοεί τι ζητούν, διότι, μολονότι ήλθαν πολλοί πρέσβεις προς αυτόν, κανείς δεν συνεφώνει με τον άλλον. Επομένως, εάν θέλουν να εξηγηθούν σαφώς, να στείλουν προς αυτόν αντιπροσώπους των μαζί με τον Αρταφέρνη. Τον Αρταφέρνη αυτόν, συνοδευόμενον από πρέσβεις, απέστειλαν ακολούθως οι Αθηναίοι δια τριήρους εις την Έφεσον. Επειδή όμως ο βασιλεύς Αρταξέρξης, υιός του Ξέρξου, είχεν αποθάνει κατά τη εποχήν εκείνην, οι πρέσβεις, μαθόντες τούτο κατά την εκεί άφιξίν των, επέστρεψαν εις Αθήνας.

51.
Οι Χίοι κατεδαφίζουν τα τείχη των κατ' απαίτησιν των Αθηναίων
Κατά τον ίδιον χειμώνα, κατηδάφισαν και οι Χίοι το τείχος που είχαν νεωστί κατασκευάσει συνεπεία απαιτήσεως των Αθηναίων, οι οποίοι τους υπώπτευαν ότι σχεδιάζουν ν' αποστατήσουν. Επέτυχαν όμως προηγουμένως από τους Αθηναίους επίσημον εγγύησιν και υπόσχεσιν ότι δεν θα πάθουν τίποτε. Συγχρόνως έληξεν ο χειμών και μαζί με αυτόν έληξε το έβδομον έτος του πολέμου, του οποίου την ιστορίαν έγραψεν ο Θουκυδίδης.

 

[Προηγούμενο] [Συνέχεια βιβλίου]