προηγούμενη περιεχόμενα επόμενη

ΣΚΗΝΗ Δ'

(Η Κανέλλα εισέρχεται εις τον κοιτώνα, όπου ο Κρητικός, και τον επισκέπτεται)
Κανέλλα, ο Κρης και η Γαρούφω

ΚΑΝ.

(Προς την Γαρούφω) Μανούλα μου...· λιγάκι νερό, γιατί λιγώθηκα... (Προς τον Κρήτα) Ωχ μάτια μου...· έτσ' όλπιζα να σε δγιω;

ΚΡΗΣ

Ό,τ' ήθελα δα να ξεμυστέψω τούτην την ώρα... και γιάντα δα ξανάζησα, ντεντίμ, πουρί που σε είδα τώρα.

ΓΑΡ. (προς τον Κρήτα) Τι κάμεις παιδάκι μου;
ΚΡΗΣ Δεν μπορώ κια ολιάς.
ΚΑΝ. (Προς την Γαρούφω) Μανούλα μου! δε φωνάζεις ένα γιατρό;
ΓΑΡ. Τώρα, παιδάκι μου, πάγω να φέρω το δικό μας το ντετόρε.
ΚΑΝ. Ωχ μανούλα μου! λιγώνουμαι!... (Προς τον Κρήτα) Πού σε πονεί αδερφούλι μου;
ΚΡΗΣ Εδά στη χέρα.
ΚΑΝ. Να δγιω. (παρατηρεί την πληγήν) Τίποτα, τίποτα· ξέσκουρα είσαι λαβωμένος...· μη φοβάσαι...· γλήγο­ρα θα γειάνης.
ΚΡΗΣ Γιάντα δα, Θιος κι ο λόγος σου... Να ξεμυστέψω μιαν ώρα, και να σφάξω ένα κριό βαρβάτο κουρμπάνι.
ΚΑΝ. Ναι μάτια μου· πέντε κριάργια να σφάξης για τη ζωή σου.
ΓΑΡ. (Προς την Κανέλλαν) Να ο ντετόρος περνάει.
ΚΑΝ. Φώναξ' τον, μανούλα μου.