προηγούμενη περιεχόμενα επόμενη

ΣΚΗΝΗ Ζ'

(Ο Χίος εμβαίνων εις την φυλακήν, κάθεται μεταξύ της εισόδου υπό το σκότος, και οδύρεται)
Ο Χίος (καθ' εαυτόν) είτα ο Ανατολίτης

ΧΙΟΣ Αλλοί μου του κακόσορτου!!... αλλοί, αλλοί, άλλου!! Ίντ' αν τούτο π' ούπαθα κακοσορτιά μου...· κι αν το μάθ' ο πάης μου...· κι αν το μάθ' η τσάτσα μου...· κι αν το μάθ' η αγαπητικιά μου, ε θα κλώση πλια μαζί μου...· αλλοί μου του κακόσορτου, αλλοί, αλλοί, αλλοί!!! (λιποθυμεί)
ΑΝΑΤ. Ποιός είναι σκοτεινά φωνάζει Αλή, Αλή; εντώ κανένα Τούρκο ντεν είναι...· μήτε Αλή... μήτε Μουσταφά... Είναι Λογιώτατο, Μωραΐτη, Κυπριώτη, κι εγώ...· Τούρκο κανένα ντεν είναι, (προς τον Χίον) Τι τέλεις εσύ, φωνάζεις Αλή, Αλή; ντε μιλάς; ει...· εσένα λέω· ντεν ακούς; Τώρα φώναζε Αλή, τώρα σώπασε.
ΧΙΟΣ Ωχού...· κι αφήτε με, γιατί μούρτενε λιγοθυμιά.
ΑΝΑΤ. Α, κατάλαβα...· Χιώτη είναι...· φοβητσιάρη είναι· κρύφτηκε να μη δγη κανείς... Χιώτη πολύ φοβάται χάψι, γιατί πέφτει ιχτιμπάρι του, και ντε τέλει να δγη κανείς...· εκείνο τώρα απ' το φόβο του κατουρήτηκε απάνω του...· άφσ' το, άφσ' το· μην το πει­ράζη κανένας.