(Ο Αστυνόμος αποστέλλει τινάς στρατιώτας δια να εύρονν και συλλάβουν τον Αλβανόν)
Ο Αστυνόμος και οι στρατιώται
ΑΣΤ. | Μουρέ Γεράσιμε!!! |
ΣΤΡ. | Ντελόγκ' αφέντη. |
ΑΣΤ. | Μουρέ, πώς τόνε λένε κειόνε το διάολλο; |
ΣΤΡ. | Ποιόνε αφέντη; |
ΑΣΤ. | Εκειόνε, μουρέ, διάολλ' έπαρέ σε και σένα...· τζίτο, μουρέ, διάολλε...· εκειόνε, εκειόνε... (τον δείχνει). |
ΣΤΡ. | Α! αφέντη...· τον Καντήλα λες; |
ΑΣΤ. | Ναι, μουρέ...· να, ν' άμπ' ο διάολλος μέσ' στο μυαλό μου...· και δε θυμούμουνε την καντήλα; ναι, ναι, τον Καντήλα, γεια σου, Γεράσιμε μου, τον Καντήλα...· πάρτονε εκειόνε, και το Διονύσιο, και τον Τσαβατίνο, και κειόνε τον άλλονε το διάολλο...· |
ΣΤΡ. | Ποιόνε; τον Αντζουλή; |
ΑΣΤ. | Γεια σου...· και να πάτε να τσερκάρετε για να πγιάσετε τον Αρβανίτη, να μου τόνε φέρτε...· Μα Γεράσιμε μου...· α πιάν' α πιάνο· μπα κι ακροτσεριστή και σας σκαπουλλάρη. |
ΣΤΡ. | Έγνοια σ' αφέντη... (στρέφει ν' αναχωρήση) Σκιάβ' αφέντη. |
ΑΣΤ. | Στο καλό Γεράσιμε μου, μάτγια μου...· στο καλό ντζόγια μου...· εδώ σε θέλω γιαμά. |
ΣΤΡ. | (εβγάζων το φέσι του). Σκιάβο, σκιάβ' αφέντη. |
ΑΣΤ. | Στο καλό, στο καλό...· πάρ'και τσι άλλους που σ'ούπα. |
ΣΤΡ. | Ντελόγκ' αφέντη, ούλοι πάμε γιαμά. |