ΒΙΒΛΙΟΝ ΤΡΙΤΟΝ, ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η'
Συγκεφαλαίωσις των περί της
αισθητικής και της νοητικής ψυχής λεχθέντων. — Η ψυχή είναι τρόπον τινά τα όντα.
Φύσις του νοητού και του αφηρημένου. — Το έργον της αισθήσεως και της φύσεως.—
Άνευ εικόνων ο νους δεν νοεί.
431b20 |
Νῦν δέ, περὶ ψυχῆς τὰ λεχθέντα συγκεφαλαιώσαντες, εἴπωμεν πάλιν ὅτι ἡ ψυχὴ τὰ ὄντα πώς ἐστι πάντα· ἢ γὰρ αἰσθητὰ τὰ ὄντα ἢ νοητά, ἔστι δ' ἡ ἐπιστήμη μὲν τὰ ἐπιστητά πως, ἡ δ' αἴσθησις τὰ αἰσθητά· |
1. [σ. 135] Τώρα δε συγκεφαλαιώσαντες τα λεχθέντα περί ψυχής, λέγομεν πάλιν, ότι η ψυχή είναι τρόπον τινά πάντα τα όντα. Διότι πάντα τα όντα είναι ή αισθητά ή νοητά (1)· και η μεν επιστήμη είναι τρόπον τινά τα επιστητά (νοητά), η δε αίσθησις είναι τα αισθητά. |
πῶς δὲ τοῦτο, δεῖ ζητεῖν. τέμνεται οὖν ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ αἴσθησις εἰς τὰ πράγματα, ἡ μὲν δυνάμει εἰς τὰ δυνάμει, ἡ δ' ἐντελεχείᾳ εἰς τὰ ἐντελεχείᾳ· τῆς δὲ ψυχῆς τὸ αἰσθητικὸν καὶ τὸ ἐπιστημονικὸν δυνάμει ταὐτά ἐστι, τὸ μὲν <τὸ> ἐπιστητὸν τὸ δὲ <τὸ> αἰσθητόν. ἀνάγκη δ' ἢ αὐτὰ ἢ τὰ εἴδη εἶναι. αὐτὰ μὲν δὴ οὔ· οὐ γὰρ ὁ λίθος ἐν τῇ ψυχῇ, ἀλλὰ τὸ εἶ- |
2. Πρέπει δε να εξετάσωμεν πώς τούτο είναι δυνατόν. Η επιστήμη και η αίσθησις διαιρούνται εκάστη κατά τα πράγματα (τα αντικείμενα αυτών), η μεν δυνάμει (2) κατά τα εν δυνάμει όντα πράγματα, η δε ούσα ενδελέχεια κατά τα εν εντελεχεία όντα πράγματα. Το αισθητικόν δε και το επιστημονικόν μέρος της ψυχής είναι δυνάμει αυτά τα πραγματικά αντικείμενα, τούτο μεν το επιστητόν, εκείνο δε το αισθητόν αντικείμενον. Αναγκαίως άρα η ψυχή είναι ή αυτά τα πράγματα ή τα είδη αυτών. Αυτά μεν τα πράγματα δεν είναι βεβαίως η ψυχή, διότι ουχί ο λίθος (η ύλη), αλλά το είδος είναι εν τη ψυχή. | |
432a |
δος· ὥστε ἡ ψυχὴ ὥσπερ ἡ χείρ ἐστιν· καὶ γὰρ ἡ χεὶρ ὄργανόν ἐστιν ὀργάνων, καὶ ὁ νοῦς εἶδος εἰδῶν καὶ ἡ αἴ- σθησις εἶδος αἰσθητῶν. |
Ώστε η ψυχή είναι καθώς η χειρ. Διότι και η χειρ είναι το όργανον των άλλων οργάνων, και [σ. 136] ο νους είναι το είδος των (νοητών) ειδών (3) και η αίσθησις το είδος των αισθητών. |
ἐπεὶ δὲ οὐδὲ πρᾶγμα οὐθὲν ἔστι παρὰ τὰ μεγέθη, ὡς δοκεῖ, τὰ αἰσθητὰ κεχωρισμένον, ἐν τοῖς εἴδεσι τοῖς αἰσθητοῖς τὰ νοητά ἐστι, τά τε ἐν ἀφαιρέσει λεγόμενα καὶ ὅσα τῶν αἰσθητῶν ἕξεις καὶ πάθη. καὶ διὰ τοῦτο οὔτε μὴ αἰσθανόμενος μηθὲν οὐθὲν ἂν μάθοι οὐδὲ ξυνείη, ὅταν τε θεωρῇ, ἀνάγκη ἅμα φάντασμά τι θεωρεῖν· τὰ γὰρ φαντάσματα ὥσπερ αἰσθήματά ἐστι, πλὴν ἄνευ ὕλης. ἔστι δ' ἡ φαντασία ἕτερον φάσεως καὶ ἀποφάσεως· συμπλοκὴ γὰρ νοημάτων ἐστὶ τὸ ἀληθὲς ἢ ψεῦδος. τὰ δὲ πρῶτα νοήματα τί διοίσει τοῦ μὴ φαντάσματα εἶναι; ἢ οὐδὲ ταῦτα φαντάσματα, ἀλλ' οὐκ ἄνευ φαντασμάτων. |
3. Επειδή όμως εκτός των αισθητών μεγεθών (των εχόντων έκτασιν) ουδέν πράγμα υπάρχει κεχωρισμένον, ως υποτίθεται (4)· άρα τα νοητά είναι εις τα αισθητά είδη· λέγω δε νοητά τα κατ' αφαίρεσιν λεγόμενα και όσα είναι έξεις και πάθη (ιδιότητες και μεταβολαί) των αισθητών πραγμάτων. Και διά τούτο η ψυχή, εάν δεν ησθάνετο, ουδέν απολύτως ήθελε μάθει ή εννοήσει· και όταν θεωρή τι, ανάγκη είναι να θεωρή και εικόνα τινά της φαντασίας. Διότι αι εικόνες είναι είδος αισθημάτων, αλλ' άνευ ύλης. Είναι δε η φαντασία διάφορος από την κατάφασιν και την άρνησιν· διότι μια συμπλοκή εννοιών εις κρίσιν (5) είναι το αληθές και το ψεύδος. Αλλά κατά τι διαφέρουσιν αι πρώται έννοιαι (6), ώστε να μη συγχέωνται με τας εικόνας της φαντασίας ; Βεβαίως αι έννοιαι αύται δεν είναι εικόνες, αλλά και δεν είναι άνευ εικόνων. |
Σημειώσεις
1) Και επομένως ψυχικά.
2) Όταν η αίσθησις ή ο νους είναι μόνον δυνάμει, δεν αισθάνονται ούτε νοούσι πράγματι τα όντα. Ταύτα λοιπόν, καθό αισθητά και νοητά, δεν είναι τότε, ειμή δυνάμει.
3) Ο νους είναι προς τα αισθητά είδη, τα οποία δέχεται η αίσθησις, ό,τι η αίσθησις είναι προς τα αισθητά αντικείμενα, των οποίων δέχεται το είδος.
4) Τα είδη δεν είναι χωριστά. Ο Πλάτων όμως εδίδασκεν ότι αι ιδέαι έχουσι χωριστήν ύπαρξιν.
5) Ήτις είναι έργον του νου.
6) Τα πρώτα νοήματα του νου, τα απλά και αδιαίρετα, χρονικώς είναι ύστερα των εικόνων, αφού είναι αύται αναπόσπαστα από των εικόνων. Κατ' ουσίαν όμως τα νοήματα είναι υπέρτερα των εικόνων, όσω ο νους είναι υπέρτερος της φαντασίας και της αισθήσεως. Τα νοήματα είναι ενέργειαι του νου περί τας υποκειμένας εικόνας. Αι εικόνες καθ' εαυτάς δεν είναι ούτε αληθείς, ούτε ψευδείς. Αλήθεια και ψεύδος ανήκει μόνον εις τας κρίσεις ή εις εικόνα, όταν κατηγορήταί τι κατ' αυτής.