ΒΙΒΛΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ, ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β'
Εξήγησις του ορισμού. Περιγραφή της ζωής. Η ζωή φανερούται κατά
τέσσαρας τρόπους· διά τοπικής κινήσεως, θρέψεως, αισθήσεως
και νου. Η ψυχή αρχή και κεφάλαιον των δυνάμεων τούτων.
Εκάστη είναι η ψυχή πάσα ή μέρος αυτής; Φαίνονται ότι είναι
χωρισταί. Ο νους θείόν τι. Η ψυχή ουχί άνευ σώματος.
413a11 |
Ἐπεὶ δ' ἐκ τῶν ἀσαφῶν μὲν φανερωτέρων δὲ γίνεται τὸ σαφὲς καὶ κατὰ τὸν λόγον γνωριμώτερον, πειρατέον πάλιν οὕτω γ' ἐπελθεῖν περὶ αὐτῆς· οὐ γὰρ μόνον τὸ ὅτι δεῖ τὸν ὁριστικὸν λόγον δηλοῦν, ὥσπερ οἱ πλεῖστοι τῶν ὅρων λέγουσιν, ἀλλὰ καὶ τὴν αἰτίαν ἐνυπάρχειν καὶ ἐμφαίνεσθαι. νῦν δ' ὥσπερ συμπεράσμαθ' οἱ λόγοι τῶν ὅρων εἰσίν· οἷον τί ἐστιν ὁ τετραγωνισμός; τὸ ἴσον ἑτερομήκει ὀρθογώνιον εἶναι ἰσόπλευρον. ὁ δὲ τοιοῦτος ὅρος λόγος τοῦ συμπεράσματος· ὁ δὲ λέγων ὅτι ἐστὶν ὁ τετραγωνισμὸς μέσης εὕρεσις τοῦ πράγματος λέγει τὸ αἴτιον. |
1. Επειδή εκ των ασαφών μεν εκ φύσεως, αλλά φανερωτέρων εις ημάς αισθητώς παράγεται το σαφές και γνωριμώτερον κατά τον λόγον (νοητώς), ας δοκιμάσωμεν ούτω πάλιν να εξετάσωμεν περί της ψυχής. Διότι ο ορισμός δεν πρέπει να δηλοί μόνον το ότι υπάρχει πράγμα τι, καθώς κάμνουσι συνήθως οι πλείστοι των ορισμών, αλλά να περιέχη εν εαυτώ και να εμφανίζη και την αιτίαν του πράγματος (1). Συχνά όμως οι ορισμοί διατυπούνται ως [σ. 54] συμπεράσματα αποδείξεων. Π.χ. τί εστι τετραγωνισμός (2); Το να ευρεθή ορθογώνιον ισόπλευρον (τετράγωνον), όπερ να είναι ίσον με ανισόπλευρον σχήμα. Ο τοιούτος ορισμός του τετραγωνισμού λέγει μόνον το συμπέρασμα. Αλλ' ο λέγων, ότι ο τετραγωνισμός είναι η εύρεσις της μέσης αναλόγου γραμμής, λέγει το αίτιον του πράγματος (3). |
|
λέγομεν οὖν, ἀρχὴν λαβόντες τῆς σκέψεως, διωρίσθαι τὸ ἔμψυχον τοῦ ἀψύχου τῷ ζῆν. πλεοναχῶς δὲ τοῦ ζῆν λεγομένου, κἂν ἕν τι τούτων ἐνυπάρχῃ μόνον, ζῆν αὐτό φαμεν, οἷον νοῦς, αἴσθησις, κίνησις καὶ στάσις ἡ κατὰ τόπον, ἔτι κίνησις ἡ κατὰ τροφὴν καὶ φθίσις τε καὶ αὔξησις. |
2. Λέγομεν λοιπόν, συγκεφαλαιούντες την μελέτην ταύτην, ότι το έμψυχον διαφέρει του αψύχου, διότι ζη. Επειδή δε το ζην λέγεται κατά πολλούς τρόπους, εάν και είς μόνος των τρόπων τούτων του ζην υπάρχη είς τι, λέγομεν ότι τούτο ζη, είναι δε οι τρόποι ούτοι (δυνάμεις): νους, αίσθησις, κίνησις και στάσις τοπική, θρέψις και ελάττωσις και αύξησις. |
|
διὸ καὶ τὰ φυόμενα πάντα δοκεῖ ζῆν· φαίνεται γὰρ ἐν αὑτοῖς ἔχοντα δύναμιν καὶ ἀρχὴν τοιαύτην, δι' ἧς αὔξησίν τε καὶ φθίσιν λαμβάνουσι κατὰ τοὺς ἐναντίους τόπους· οὐ γὰρ ἄνω μὲν αὔξεται, κάτω δ' οὔ, ἀλλ' ὁμοίως ἐπ' ἄμφω καὶ πάντῃ, ὅσα ἀεὶ τρέφεταί τε καὶ ζῇ διὰ τέλους, ἕως ἂν δύνηται λαμβάνειν τροφήν. |
3. Διά τούτο και τα φυτά πάντα φαίνεται ότι ζώσι· διότι είναι φανερόν ότι έχουσιν εν εαυτοίς δύναμιν και αρχήν τοιαύτην, διά της οποίας λαμβάνουσιν αύξησιν και ελάττωσιν κατ' εναντίας διευθύνσεις. Διότι δεν αυξάνονται μόνον προς τα άνω, ουχί δε προς τα κάτω, αλλ' ομοίως και προς τας δύο και πάσας τας διευθύνσεις (διά των κλάδων και των ριζών) και όπου τρέφονται, και ζώσι μέχρι τέλους, εφ' όσον δύνανται να λαμβάνωσι τροφήν. |
|
χωρίζεσθαι δὲ τοῦτο μὲν τῶν ἄλλων δυνατόν, τὰ |
4. Δύναται δε τούτο (το θρεπτικόν) να υπάρχη χωριστόν από τας άλλας δυνάμεις, αύται όμως δεν δύνανται να υπάρχωσι χωρισταί από αυτού εν τοις θνητοίς. (4) Τούτο δε είναι φανερόν εις τα φυτά· διότι ταύτα ουδεμίαν άλλην εκ των δυνάμεων της ψυχής |
413b |
ψυχῆς. τὸ μὲν οὖν ζῆν διὰ τὴν ἀρχὴν ταύτην ὑπάρχει τοῖς ζῶσι, τὸ δὲ ζῷον διὰ τὴν αἴσθησιν πρώτως· καὶ γὰρ τὰ μὴ κινούμενα μηδ' ἀλλάττοντα τόπον, ἔχοντα δ' αἴσθησιν, ζῷα λέγομεν καὶ οὐ ζῆν μόνον. αἰσθήσεως δὲ πρῶτον ὑπάρχει πᾶσιν ἁφή· ὥσπερ δὲ τὸ θρεπτικὸν δύναται χωρίζεσθαι τῆς ἁφῆς καὶ πάσης αἰσθήσεως, οὕτως ἡ ἁφὴ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων (θρεπτικὸν δὲ λέγομεν τὸ τοιοῦτον μόριον τῆς ψυχῆς οὗ καὶ τὰ φυόμενα μετέχει), τὰ δὲ ζῷα πάντα φαίνεται τὴν ἁπτικὴν αἴσθησιν ἔχοντα· δι' ἣν δ' αἰτίαν ἑκάτερον τούτων συμβέβηκεν, ὕστερον ἐροῦμεν. |
έχουσι. Λοιπόν διά την αρχήν ταύτην, την θρεπτικήν, η ζωή υπάρχει εις τα ζώντα (φυτά και ζώα), το ζώον όμως έχει πρώτιστον διακριτικόν γνώρισμα την αισθητικήν δύναμιν (5), διότι και αυτά τα οποία δεν κινούνται και δεν αλλάσσουσι τόπον, αλλ' [σ. 55] όμως έχουσιν αίσθησιν, τα λέγομεν ζώα και όχι ότι απλώς ζωήν έχουσι. Πρώτη δε αίσθησις εις όλα τα ζώα υπάρχει η αφή· καθώς δε η θρεπτική δύναμις δύναται να υπάρχη χωριστή (εις τα φυτά λ. χ.) από της αφής και πάσης άλλης αισθήσεως, ούτως η αφή δύναται να υπάρχη χωριστή από των άλλων αισθήσεων (εις τα ατελή ζώα). Θρεπτικήν δε δύναμιν λέγομεν το μέρος (λειτουργίαν) της ψυχής, του οποίου και τα φυτά μετέχουσι. Την δύναμιν δε της αφής φαίνεται ότι έχουσι πάντα τα ζώα. Ύστερον θα είπωμεν διά ποίαν αιτίαν συμβαίνει και το εν και το άλλο εκ των φαινομένων τούτων. |
|
νῦν δ' ἐπὶ τοσοῦτον εἰρήσθω μόνον, ὅτι ἐστὶν ἡ ψυχὴ τῶν εἰρημένων τούτων ἀρχὴ καὶ τούτοις ὥρισται, θρεπτικῷ, αἰσθητικῷ, διανοητικῷ, κινήσει. πότερον δὲ τούτων ἕκαστόν ἐστι ψυχὴ ἢ μόριον ψυχῆς, καὶ εἰ μόριον, πότερον οὕτως ὥστ' εἶναι χωριστὸν λόγῳ μόνον ἢ καὶ τόπῳ, περὶ μὲν τινῶν τούτων οὐ χαλεπὸν ἰδεῖν, ἔνια δὲ ἀπορίαν ἔχει. |
5. Επί του παρόντος αρκεί τόσον μόνον να είπωμεν, ότι η ψυχή είναι η αρχή των ειρημένων δυνάμεων, και ότι δι' αυτών ορίζεται, ήτοι διά του θρεπτικού, του αισθητικού, του διανοητικού και της κινήσεως. Εκάστη δ' αυτών είναι άρα γε η ψυχή καθ' εαυτήν, ή είναι μέρος της ψυχής; και αν είναι μέρος είναι άρα γε μέρος τοιούτον, ώστε να χωρίζηται από της ψυχής μόνον διά της νοήσεως (νοερώς) ή και κατά τόπον (υλικώς); Είς τινας των ερωτήσεων τούτων είναι εύκολον να αποκριθώμεν, άλλαι όμως παρουσιάζουσι δυσκολίας. |
|
ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τῶν φυτῶν ἔνια διαιρούμενα φαίνεται ζῶντα καὶ χωριζόμενα ἀπ' ἀλλήλων, ὡς οὔσης τῆς ἐν αὐτοῖς ψυχῆς ἐντελεχείᾳ μὲν μιᾶς ἐν ἑκάστῳ φυτῷ, δυνάμει δὲ πλειόνων, οὕτως ὁρῶμεν καὶ περὶ ἑτέρας διαφορὰς τῆς ψυχῆς συμβαῖνον ἐπὶ τῶν ἐντόμων ἐν τοῖς διατεμνομένοις· καὶ γὰρ αἴσθησιν ἑκάτερον τῶν μερῶν ἔχει καὶ κίνησιν τὴν κατὰ τόπον, εἰ δ' αἴσθησιν, καὶ φαντασίαν καὶ ὄρεξιν· ὅπου μὲν γὰρ αἴσθησις, καὶ λύπη τε καὶ ἡδονή, ὅπου δὲ ταῦτα, ἐξ ἀνάγκης καὶ ἐπιθυμία. |
6. Ούτω, καθώς εις τα φυτά, τινά εκ τούτων, αφού διαιρεθώσι και χωρισθώσιν απ' αλλήλων, εξακολουθούσι να ζώσι (τα μέρη), ως εάν η εν αυτοίς υπάρχουσα ψυχή είναι κατ' εντελέχειαν (κατ' είδος) μία εις έκαστον φυτόν, κατά δύναμιν δε περισσότεραι, τοιουτοτρόπως βλέπομεν ότι συμβαίνει το αυτό εις άλλην τάξιν εμψύχων όντων, εις τα έντομα τα όποια έχουσι διαιρεθή. Διότι και αίσθησιν έχει και το εν και το άλλο μέρος και τοπικήν κίνησιν, αν δε έχη αίσθησιν, έχει και φαντασίαν και όρεξιν διότι όπου αίσθησις, εκεί και λύπη και ηδονή, και όπου ταύτα, εξ ανάγκης εκεί υπάρχει και επιθυμία. |
|
περὶ δὲ τοῦ νοῦ καὶ τῆς θεωρητικῆς δυνάμεως οὐδέν πω φανερόν, ἀλλ' ἔοικε ψυχῆς γένος ἕτερον εἶναι, καὶ τοῦτο μόνον ἐνδέχεσθαι χωρίζεσθαι, καθάπερ τὸ ἀΐδιον τοῦ φθαρτοῦ. |
7. Άλλα περί του νου και της θεωρητικής δυνάμεως τίποτε ακόμη δεν είναι φανερόν (6), φαίνεται όμως ότι είναι άλλο γένος [σ. 56] ψυχής και ότι αυτό μόνον δύναται να είναι χωριστόν από των άλλων, όπως το αιώνιον είναι χωριστόν από το φθαρτόν. |
|
τὰ δὲ λοιπὰ μόρια τῆς ψυχῆς φανερὸν ἐκ τούτων ὅτι οὐκ ἔστι χωριστά, καθάπερ τινές φασιν· τῷ δὲ λόγῳ ὅτι ἕτερα, φανερόν· αἰσθητικῷ γὰρ εἶναι καὶ δοξαστικῷ ἕτερον, εἴπερ καὶ τὸ αἰσθάνεσθαι τοῦ δοξάζειν, ὁμοίως δὲ καὶ τῶν ἄλλων ἕκαστον τῶν εἰρημένων. |
8. Εκ τούτων δε είναι φανερόν ότι τα λοιπά μέρη της ψυχής δεν είναι χωριστά, καθώς τινες λέγουσιν. Ότι όμως διά του λόγου (νοερώς) διακρίνονται, τούτο είναι φανερόν διότι διαφέρει να είναί τις αισθητικός από του να είναι δοξαστικός, διαφέρει η αίσθησις από της δόξης (γνώμης). Ομοίως δε ταύτα διαφέρουσιν εκάστης των άλλων δυνάμεων των προειρημένων. |
|
ἔτι δ' ἐνίοις μὲν τῶν ζῴων ἅπανθ' ὑπάρχει ταῦτα, τισὶ δὲ τινὰ τούτων, ἑτέροις δὲ ἓν μόνον (τοῦτο δὲ ποιεῖ δια- |
9. Προσέτι είς τινα μεν εκ των ζώων υπάρχουσιν άπασαι αι δυνάμεις αύται, εις άλλα τινές εξ αυτών, και εις άλλα μία μόνη· |
414a |
φορὰν τῶν ζῴων)· διὰ τίνα δ' αἰτίαν, ὕστερον ἐπισκεπτέον. παραπλήσιον δὲ καὶ περὶ τὰς αἰσθήσεις συμβέβηκεν· τὰ μὲν γὰρ ἔχει πάσας, τὰ δὲ τινάς, τὰ δὲ μίαν τὴν ἀναγκαιοτάτην, ἁφήν. |
(τούτο δε αποτελεί και την μεταξύ αυτών διαφοράν)· διά ποίαν δε αιτίαν ύστερον θα εξετάσωμεν. Αλλά σχεδόν όμοιόν τι συμβαίνει και εις τας αισθήσεις· άλλα δηλ, εκ των ζώων έχουσιν όλας τας αισθήσεις, άλλα ολίγας, και άλλα μίαν μόνην, την αναγκαιοτάτην, την αφήν. |
|
ἐπεὶ δὲ ᾧ ζῶμεν καὶ αἰσθανόμεθα διχῶς λέγεται, καθάπερ ᾧ ἐπιστάμεθα (λέγομεν δὲ τὸ μὲν ἐπιστήμην τὸ δὲ ψυχήν, ἑκατέρῳ γὰρ τούτων φαμὲν ἐπίστασθαι), ὁμοίως δὲ καὶ [ᾧ] ὑγιαίνομεν τὸ μὲν ὑγιείᾳ τὸ δὲ μορίῳ τινὶ τοῦ σώματος ἢ καὶ ὅλῳ, τούτων δ' ἡ μὲν ἐπιστήμη τε καὶ ὑγίεια μορφὴ καὶ εἶδός τι καὶ λόγος καὶ οἷον ἐνέργεια τοῦ δεκτικοῦ, ἡ μὲν τοῦ ἐπιστημονικοῦ, ἡ δὲ τοῦ ὑγιαστοῦ (δοκεῖ γὰρ ἐν τῷ πάσχοντι καὶ διατιθεμένῳ ἡ τῶν ποιητικῶν ὑπάρχειν ἐνέργεια), ἡ ψυχὴ δὲ τοῦτο ᾧ ζῶμεν καὶ αἰσθανόμεθα καὶ διανοούμεθα πρώτως-ὥστε λόγος τις ἂν εἴη καὶ εἶδος, ἀλλ' οὐχ ὕλη καὶ τὸ ὑποκείμενον. |
10. Εκείνο δε δι' ού ζώμεν και αισθανόμεθα λέγεται κατά δύο τρόπους, όπως και εκείνο διά του οποίου γινώσκομεν, και το οποίον καλούμεν άλλοτε μεν επιστήμην, άλλοτε δε ψυχήν.(7) Διότι λέγομεν, ότι γνωρίζομεν διά του ενός ή του άλλου τούτων. Διττώς δε λέγεται και εκείνο δι' ου υγιαίνομεν και όπερ αφ' ενός μεν είναι η υγίεια, αφ' ετέρου μέρος ή όλον το σώμα. Εκ τούτων δε η επιστήμη και η υγίεια είναι μορφή και είδος και λόγος και ούτως ειπείν ενέργεια του δυναμένου να δεχθή αυτάς, η μεν επιστήμη είναι ενεργοποίησις του δυναμένου να επίσταται (της ψυχής), η δε υγίεια του δυναμένου να έχη την υγίειαν (του σώματος). Διότι φαίνεται ότι η ενέργεια των δυναμένων να ποιώσιν ύπαρξιν λαμβάνει εις το ον το οποίον πάσχει και έχει τοιαύτην διάθεσιν (8). Ούτω και η ψυχή είναι εκείνο το πρώτον, δι' ου ζώμεν και αισθανό[σ. 57] μεθά και διανοούμεθα, ώστε αύτη είναι λόγος και είδος, ουχί όμως ύλη και το υποκείμενον. |
|
τριχῶς γὰρ λεγομένης τῆς οὐσίας, καθάπερ εἴπομεν, ὧν τὸ μὲν εἶδος, τὸ δὲ ὕλη, τὸ δὲ ἐξ ἀμφοῖν, τούτων δ' ἡ μὲν ὕλη δύναμις, τὸ δὲ εἶδος ἐντελέχεια, ἐπεὶ τὸ ἐξ ἀμφοῖν ἔμψυχον, οὐ τὸ σῶμά ἐστιν ἐντελέχεια ψυχῆς, ἀλλ' αὕτη σώματός τινος. καὶ διὰ τοῦτο καλῶς ὑπολαμβάνουσιν οἷς δοκεῖ μήτ' ἄνευ σώματος εἶναι μήτε σῶμά τι ἡ ψυχή· σῶμα μὲν γὰρ οὐκ ἔστι, σώματος δέ τι, |
11. Διότι, καθώς είπομεν, η ουσία (υπόστασις) λέγεται τριχώς, καθ' όσον αποτελείται εκ τριών, ων το μεν είναι το είδος, το δε η ύλη και τρίτον το εξ αμφοτέρων σύνθετον, εκ τούτων δε η μεν ύλη είναι μόνον δύναμις, το δε είδος εντελής πραγματικότης, το δε εξ αμφοτέρων είναι τούτο το ωρισμένον πράγμα· επειδή δε το εξ αμφοτέρων σύνθετον είναι το έμψυχον, δεν είναι το σώμα εντελέχεια της ψυχής, αλλά τουναντίον η ψυχή είναι εντελέχεια του σώματος. |
|
καὶ διὰ τοῦτο ἐν σώματι ὑπάρχει, καὶ ἐν σώματι τοιούτῳ, καὶ οὐχ ὥσπερ οἱ πρότερον εἰς σῶμα ἐνήρμοζον αὐτήν, οὐθὲν προσδιορίζοντες ἐν τίνι καὶ ποίῳ, καίπερ οὐδὲ φαινομένου τοῦ τυχόντος δέχεσθαι τὸ τυχόν. |
12. Και διά τούτο ορθώς δοξάζουσιν οι νομίζοντες ότι ούτε άνευ σώματος υπάρχει η ψυχή, ούτε είναι σώμα τι· διότι σώμα βεβαίως δεν είναι, αλλ' είναι κάτι του σώματος (μορφή), και διά τούτο υπάρχει εις σώμα τοιούτον (οργανικόν φυσικόν)· και όχι καθώς οι προγενέστεροι φιλόσοφοι προσήρμοζον την ψυχήν εις το (τυχόν) σώμα, χωρίς να προσδιορίζωσιν εις τί και ποίον σώμα, καίτοι ουδέ το τυχόν φαινόμενον (αποτέλεσμα) δέχεται το τυχόν πράγμα. (9) |
|
οὕτω δὲ γίνεται καὶ κατὰ λόγον· ἑκάστου γὰρ ἡ ἐντελέχεια ἐν τῷ δυνάμει ὑπάρχοντι καὶ τῇ οἰκείᾳ ὕλῃ πέφυκεν ἐγγίνεσθαι. ὅτι μὲν οὖν ἐντελέχειά τίς ἐστι καὶ λόγος τοῦ δύναμιν ἔχοντος εἶναι τοιούτου, φανερὸν ἐκ τούτων. |
13. Αλλά τώρα (καθώς ημείς λέγομεν) τα πάντα συμβαίνουσι λογικώτατα (10), διότι η εντελέχεια (η εντελής πραγμάτωσις) εκάστου πράγματος γίνεται φυσικώς εις εκείνο, το οποίον υπάρχει εν δυνάμει, και εις την ύλην, η οποία είναι οικεία και κατάλληλος να την δεχθή. Ότι λοιπόν η ψυχή είναι εντελέχεια και (11) λόγος εκείνου όπερ έχει την δύναμιν να είναι τοιούτον ή τοιούτον, είναι φανερόν εκ των ειρημένων. |
Σημειώσεις
1) Τότε μόνον γινώσκεται αληθώς πράγμα τι, ότε γινώσκεται και η αιτία αυτού, το διότι του ότι.
2) Δεδομένου ορθογωνίου;
3) Ούτος είναι ο αληθής ορισμός και τοιούτον θέλει να δώση ο Αριστοτ. ορισμόν της ψυχής.
4) Η θρέψις είναι πρώτη, διότι δεν εξαρτάται από ουδεμίαν των άλλων λειτουργιών, ενώ αι άλλαι εξαρτώνται εξ αυτής.
5) Το αισθητικόν είναι το ιδιάζον χαρακτηριστικόν, δι' ου διακρίνεται το ζώον από των φυτών και των άλλων όντων.
6) Περαιτέρω εν τω Γ' βιβλίω θα είπη ότι χωρίζεται.
7) Η μεν επιστήμη είναι εκείνο το οποίον δεχόμεθα, η δε ψυχή εκείνο διά του οποίου δεχόμεθα την επιστήμην. Ούτω και περί υγιείας και σώματος.
8) Το αισθητόν ενεργεί επί του αισθητικού, το επιστητόν επί του επιστημονικού κ. λ.
9) Εννοεί το δόγμα της μετεμψυχώσεως. Το ότι μία ψυχή εισδύει εις διάφορα σώματα είναι τόσον αδύνατον, όσον το ότι μία τέχνη δύναται να μεταχειρίζηται τα εργαλεία άλλων τεχνών αδιαφόρως.
10) Το χωρίον μεταφράζουσιν άλλοι ούτω· “Εις το αυτό φθάνομεν και δι' αναλύσεως αυτής της εννοίας”.
11) Πάσα ψυχή δεν είναι είδος παντός σώματος, αλλά του σώματος του έχοντος όργανα και διαθέσεις επιτηδείας και καταλλήλους προς αυτήν και τας δυνάμεις αυτής της ψυχής.